Κι εσύ, πώς βρέθηκες εδώ;

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

(Για την μεταφορά)

Το κείμενο αυτό, με την υπογραφή Φοίβος, το “ψαρέψαμε”   στο διαδίκτυο, περιπλανώμενοι από site σε site και από λήμα σε λήμα. Δεν ξέρουμε ποιόν αφορά. Ούτε εάν δημοσιεύθηκε  σε κάποιο έντυπο και που αλλού. Δεν γνωρίζουμε καν πότε γράφτηκε και πότε είδε το πρώτο φως της δημοσιότητας. Το μόνο που ξέρουμε, είναι πως διαβάζοντάς το νιώσαμε την ανάγκη να το φέρουμε στην προσοχή σας.

Ας μας συνγχωρήσει ο άγνωστος “Φοίβος” για την κατά κάποιο τρόπο οικειοποίηση τής ιστορίας του.

Είναι βέβαιο πως πολλοί αναγνώστες μας θα βρούν κάτι από τη δική τους ιστορία που τους έφερε στα πέρατα του κόσμου. Ίσως έζησαν, μάλιστα, και την εμπειρία μιάς άδοξης επιστροφής στην Ελλάδα, που επίσης τους έβγαλε για δεύτερη φορά στον πηγαιμό για τη νέα Ιθάκη τους…Μεταφέρουμε αυτούσιο το κείμενο:

Η πρώτη ερώτηση που κάνουμε μεταξύ μας, όταν πρωτοσυναντιώμαστε. Αλλού, είναι αυτονόητο ότι πήγαμε για δουλειά, ή για σπουδές. Οχι εδώ!

Οσοι είναι οι Ελληνες στο Παρίσι, τόσες και οι ιστορίες τους. Δεν υπάρχει καθόλου, όπως σε άλλες χώρες, μια γενική αιτία της μετανάστευσης. Εδώ, ο καθένας έχει βρεθεί, από άλλη, δική του διαδρομή. Δεν θα κάνω λοιπόν εγώ, εξαίρεση.

Η δική μου ιστορία είναι κάπως ασυνήθιστη και άτυπη.

Στο Παρίσι βρέθηκα το ’76, μετά τις σπουδές μου στην Αθήνα. Ο λόγος που έφυγα από την Αθήνα, δεν ήταν τόσο για να κάνω παραπέρα σπουδές, ή να φτιάξω μια ζωή. Ηταν κυρίως, για να φύγω απ’την Αθήνα! Την εποχή που όλη η Ελλάδα, μαζικά ονειρευόταν να μεταναστέψει στην Αθήνα, και σε μεγάλο βαθμό το έκανε, εγώ έψαχνα πώς να φύγω.

Στο Παρίσι λοιπόν, ξανά σπουδές, αλλά και δουλειά και γνωριμία με τον πολιτισμό. Το μεγάλο άνοιγμα. Μπορεί σήμερα ν’ακούγεται υπερβολικό, αλλά τότε στην Αθήνα, ο τάφος του πουλιού ήταν ακόμα φρέσκος και στο Παρίσι τα παβέ ακόμα σκόρπια. Ητανε και η Ασπα που μου φούσκωνε τόσα χρόνια τα μυαλά για το Παρίσι… δείτε το σκηνικό, με τα μάτια του 20χρονου!

Το 81 με βρήκε στη Φινλανδία. Κάποιος μούπε στο τηλέφωνο: «στην Ελλάδα φτιάχνουμε τη χώρα του μέλλοντος!» Τι αφελής που υπήρξα! Πρόκειται για τη μεγαλύτερη απάτη στην σύγχρονη ιστορία μας. Τι να σας τα λέω, τα ξέρετε. Αλλά μήπως και στη Γαλλία, ακριβώς την ίδια εποχή, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο δεν χτυπούσε ακριβώς η ίδια μαφία;

Το τραγούδι της Σειρήνας με το ζιβάγκο, θόλωσε τα μυαλά. Δέκα χρόνια πολιτικής τριβής, πήγαν σε μια νύχτα στα σκουπίδια. (Να μ’έβλεπε η Στελίτσα τότε… «Φοίίίίβεεε!» θα μούλεγε). Να μη γίνει καμιά παρεξήγηση. Δεν πλησίασα στο χώρο του Πα-σοκ ούτε για καφέ (στην κυριολεξία). Απλά, η αφέλεια της τότε νιότης, έκανε να νομίζω ότι υπάρχουν ειλικρινείς άνθρωποι. Το έμαθα κι αυτό το μάθημα.

Στη Γεωγραφική Υπηρεσία θέλησα να εξαργυρώσω την Αεροφωτογραφία που έμαθα στα Παρίσια. Πρώτη σφαλιάρα. «Ασε ρε αγοράκι, δεν γίνονται έτσι εδώ τα πράματα!».

Με τα πολλά, να σου ο δικός σου με στούντιο διαφημιστικής φωτογραφίας! Και επειδή αυτό μου έπεφτε λίγο, να σου κι από δίπλα μια σχολή φωτογραφίας! Ωσπου μια μέρα, σφαλιάρα Ν°2: εκεί που είμαστε όλοι στα σκοτάδια κι εξηγώ την τάδε διαδικασία, πέφτει η ατάκα που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ποτέ, ποτέ: «έλα, πες πως έγινε» (το θυμάσαι Ελένη;).

Λίγο καιρό αργότερα, φτάνει στο στούντιο μια δουλειά, που έμελλε να γίνει η σφαλιάρα Ν°3: ένα φασόλι. Ναι κυρίες και κύριοι, κάποιος μου ζήτησε να του φωτογραφήσω… ένα φασόλι! Εκανα τη χειρότερη φωτογραφία που μπορούσα, στις πιο απρόσεκτες συνθήκες (ούτε ενδιαφέρθηκα καν να πληρωθώ), μάζεψα βαλίτσα, γυναίκα και παιδιά και πίσω στο Παρίσι! Ελλάδα για ζωή, τέλος. Για διακοπές είναι αριστούργημα, αλλά “μώς εκεί και μη παρέκει”!

Οι τρεις αυτές σφαλιάρες, ήταν μόνο οι αφορμές. Αιτίες όμως είχαν με τα χρόνια μαζευτεί πολύ περισσότερες. Τι να πρωτοθυμηθώ!

Με όλα αυτά που μού έχουν συμβεί στην Ελλάδα, από τα παιδικά μου χρόνια και που στο τέλος κατάφεραν να με διώξουν απ’τη χώρα μου, έφτιαξα μια δική μου λογική, έτσι για να ορίσω το ποιος είμαι και πού βρίσκομαι. Λέω λοιπόν ότι στο Παρίσι είμαι “Κοινωνικός Εξόριστος”. Και είναι ίσως η πιο βαριά εξορία, γιατί ξέρω ότι δεν γίνεται να λυθεί!

Φοίβος