Ο Νταβούτογλου έθεσε “ευαίσθητα θέματα” για την Ελλάδα

Με τον γνωστό “τουρκικό τρόπο” ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου έθεσε θέματα ευαίσθητα για την Ελλάδα προκαλώντας την ελληνική κοινή γνώμη την ώρα που ο ίδιος ο τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν έχει δηλώσει την πρόθεσή του να μετατρέψει σε τζαμί την Αγία Σοφία!
Αντίθετα,  ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών, είπε ότι έψαξε να βρει το Φετιχέ Τζαμί ή Τέμενος του Πορθητή, που βρίσκεται στην Πλάκα, και η εικόνα του του προκάλεσε θλίψη, αφού το συνέκρινε με την κατάσταση του Παρθενώνα και της Ακρόπολης.
“Ταιριάζει στην Αθήνα να αναδεικνύει τις πολυπολιτισμικές διαστάσεις της”, είπε ωστόσο παραδέχθηκε ότι “η ελληνική κυβέρνηση έχει συμβάλει σημαντικά σε αυτή την κατεύθυνση και έχουν γίνει πραγματικές προσπάθειες αναστήλωσης και αποκατάστασης οθωμανικών μνημείων”.

Αναφέρθηκε και στο Τέμενος Ιμαρέτ στη Θεσσαλονίκη, υπενθυμίζοντας ότι στο παρελθόν είχε χρησιμοποιηθεί ακόμη και ως κινηματογράφος. Αυτό είπε, δεν συνάδει με τον χαρακτήρα του μνημείου και είχε προκαλέσει αλγεινά αισθήματα στους πολίτες της Τουρκίας.  {σ.σ. Απέφυγε, ωστόσο, ο κ. Νταβούτογλου, να πει το παραμικρό για την ασχημία της μετατροπής της Αγίας Ειρήνης στην Πόλη από τους Τούρκους  σε χώρο λαϊκών συναυλιών ή για την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε χώρο Έκθεσης Ειδών Υγιεινής (!) και πασαρέλα ημίγυμνων μοντέλων…}

Αναγνωρισε, ωστόσο, πως ¨ευτυχώς έχουμε πλέον την ευκαιρία να τα συζητάμε αυτά τα θέματα”.

Ο κ. Νταβούτογλου έθεσε θέμα τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα. Εκανε λόγο για μειονότητες που ζουν σε Ελλάδα και Τουρκία, το οποίο -όπως είπε- πρέπει να θεωρείται “μία ευκαιρία, μία γέφυρα που θα ενώνει τους δύο λαούς”. Είπε ακόμη ότι το συγκεκριμένο ζήτημα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τις δύο κυβερνήσεις στο πλαίσιο της ισότητας και των ίσων δικαιωμάτων των πολιτών.

Την ελπίδα ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά θα «επιδείξει εν τέλει καλοπιστία» ώστε να υπάρξει συμφωνία επί της κοινής διακήρυξης για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό εξέφρασε ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος.

Εξέφρασε μάλιστα την πλήρη στήριξη της Ελλάδας στις πρωτοβουλίες του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη που «περιλαμβάνουν προτάσεις για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης».

Όπως είπε, η λύση στο Κυπριακό πρέπει να είναι θεσμικά συμβατή με τους κανόνες της Ε.Ε. και να οδηγεί σε μία ομοσπονδιακά δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία.

Ο κ. Βενιζέλος ξεκαθάρισε επίσης ότι “η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει τη λεγόμενη “τουρκική δημοκρατία της βορείου Κύπρου”.

Ο Αχμέτ Νταβούτογλου απέφυγε να απαντήσει αν η Άγκυρα συμμερίζεται τις θέσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς για «μία και αδιαίρετη κυπριακή δημοκρατία» στις διαβουλεύσεις για την κοινή διακήρυξη.

Είπε, ότι υπάρχουν παγκοσμίως πολύ λίγα «παγωμένα» ζητήματα τα οποία έχουν συζητηθεί με τόση λεπτομέρεια όσο το Κυπριακό, συμπληρώνοντας ότι για το συγκεκριμένο ζήτημα υπάρχει «τεράστια ορολογία».
“Η τουρκοκυπριακή πλευρά υπήρξε «αρκετά ελαστική» και έχει τη διάθεση να διαβουλευθεί με σκοπό την λύση”, είπε.

ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΤΩΝ κ.κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΚΑΙ ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ

Οι Κοινές Δηλώσεις Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και ΥΠΕΞ Ευ. Βενιζέλου με Υπουργό Εξωτερικών Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, έχουν ως εξής:

ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Υποδέχομαι με ιδιαίτερη χαρά στο Υπουργείο Εξωτερικών το συνάδελφο Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας και αγαπητό φίλο, Αχμέτ Νταβούτογλου που επισκέπτεται την Αθήνα, σήμερα, σε ανταπόδοση της επίσκεψης που είχα πραγματοποιήσει πριν μερικούς μήνες στην Άγκυρα. Δεν είναι φυσικά η δεύτερη συνάντησή μας, γιατί έχουν προηγηθεί συναντήσεις μας και στη Νέα Υόρκη και στις Βρυξέλλες στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στο πλαίσιο των διαδικασιών του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε στην αρχή με τον Πρωθυπουργό, τον κ. Σαμαρά, στη συνέχεια, κατ’ ιδίαν και στην τρίτη φάση μαζί με τις αντιπροσωπείες μας για όλα τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος και θα συνεχίσουμε κατά τη διάρκεια του γεύματος εργασίας.
Παρουσίασα στον κ. Νταβούτογλου, τις προτεραιότητες της επικείμενης Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί πολλές από τις προτεραιότητες αυτές ενδιαφέρουν και την Τουρκία, συνδέονται με τις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις, συνδέονται με κρίσιμες πτυχές της πολιτικής που εφαρμόζουμε στο χώρο του κοινού μας ενδιαφέροντος, που είναι η Νοτιοανατολική Ευρώπη, τα δυτικά Βαλκάνια, η Ανατολική Μεσόγειος.
Συμφωνήσαμε η επόμενη συνάντηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Εταιρικής Συνεργασίας, η τρίτη συνάντηση να πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα το Σεπτέμβριο, μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές που θα διεξαχθούν εδώ και μετά τις προεδρικές εκλογές που θα διεξαχθούν στην Τουρκία.
Ήδη έχουμε ένα πολύ πλούσιο υλικό από τις δυο προηγούμενες συναντήσεις, έχουμε την υποχρέωση να ολοκληρώσουμε τη διαδικασία κύρωσης πολλών συμβατικών κειμένων και έχουμε μια πολύ ισχυρή βάση για τη συνεργασία μας σε θέματα οικονομικά, επιχειρηματικά, αναπτυξιακά, με κορυφαίους τομείς την ενέργεια και τον τουρισμό.
Στον τομέα της ενέργειας, ούτως ή άλλως ο νέος αγωγός, ο TANAP που καλύπτει το τουρκικό έδαφος και ο TAP, στη συνέχεια, που διέρχεται από την Ελλάδα και την Αλβανία, είναι ένα νέο πάρα πολύ σημαντικό δεδομένο. Ένα δεδομένο που μας επιτρέπει να αναπτύξουμε και άλλες πρωτοβουλίες, όχι μόνο σε σχέση με τους αγωγούς, αλλά και σε σχέση με τη διαφοροποίηση των πηγών προέλευσης του φυσικού αερίου. Άλλωστε η συνεργασία στον τομέα της ενέργειας προσφέρεται στη Μεσόγειο και για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όχι μόνο για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να υπογράψει με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Συμφωνία Επανεισδοχής, έτσι ώστε να διευκολυνθούμε στην αντιμετώπιση του μεγάλου κοινού προβλήματος που είναι η παράνομη μετανάστευση. Πάντα με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, πάντα με σεβασμό στο καθεστώς του πρόσφυγα για όσους, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, δικαιούνται το χαρακτηρισμό αυτόν.
Αλλά από την άλλη μεριά, η παράνομη μετανάστευση είναι ένα πρόβλημα, όχι μόνο ανθρωπιστικό, τεράστιο ανθρωπιστικό πρόβλημα, είναι και ένα πρόβλημα ασφάλειας για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την Ελλάδα, φυσικά και για την Τουρκία. Ούτως ή άλλως, έχουμε μια εξαιρετική συνεργασία στα θέματα που αφορούν την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
Είναι, επίσης, προφανές ότι μιλήσαμε για τη φάση στην οποία βρίσκονται οι συζητήσεις στην Κύπρο, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα νέο πλαίσιο συνομιλιών και διαπραγματεύσεων, το οποίο θα σέβεται τις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου που είναι ένα κεκτημένο για την Κύπρο. Ευρωπαϊκό κοινοτικό κεκτημένο, γιατί η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η έναρξη των συνομιλιών και των διαπραγματεύσεων στην Κύπρο, είναι κάτι που μας ενδιαφέρει και κάτι το οποίο συνδέεται με τις πρωτοβουλίες του Προέδρου Αναστασιάδη, ο οποίος, πέραν των άλλων, θυμίζω ότι έχει υπογραμμίσει την ανάγκη για μια νέα γενιά μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, που θα αλλάξουν την ατμόσφαιρα και θα επιτρέψουν να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις.
Το κρίσιμο σημείο είναι ότι οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει να μπορεί να γίνει αποδεκτή από τον κυπριακό λαό μέσω δημοψηφίσματος. Αυτό είναι το τελικό, ουσιαστικό κριτήριο. Χρειάζεται μια νομιμοποίηση που θα δοθεί από τον ίδιο τον κυπριακό λαό άμεσα, με δημοψήφισμα.
Συνεπώς, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι όσα συζητούμε θα κριθούν μέσα από μια δημοκρατική διαδικασία. Και είμαστε έτοιμοι να συμβάλουμε στη διαμόρφωση μιας λύσης, η οποία να μπορεί να γίνει αποδεκτή, όπως είπα, από τον κυπριακό λαό με δημοψήφισμα.
Συμφωνήσαμε να κάνουμε τα πάντα, ώστε το κλίμα των σχέσεών μας να διατηρείται σε ένα υψηλό επίπεδο, δημιουργικό, χωρίς παρεξηγήσεις. Από την άποψη αυτή έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και η προστασία των βυζαντινών χριστιανικών μνημείων και των οθωμανικών μνημείων. Αυτό είναι κάτι που μας ενώνει ως χώρες πολιτισμένες, μέλη του ΟΗΕ και της UNESCO.
Στη διάρκεια του γεύματος θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε διεξοδικότερα τα περιφερειακά και διεθνή ζητήματα, τα οποία θίξαμε, αλλά τώρα θα τα συζητήσουμε με ένα πιο συστηματικό τρόπο. Θα αναφερθούμε ειδικότερα δηλαδή στην κατάσταση που επικρατεί και στη Συρία και στο Ιράν και σε άλλες χώρες της περιοχής που μας ενδιαφέρουν, γιατί, ούτως ή άλλως, μία από τις προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας είναι η λεγόμενη Νότια Γειτονία – όπως ακριβώς η Λιθουανική Προεδρία έδωσε έμφαση στην Ανατολική Γειτονία και η πρωτοβουλία αυτή κορυφώθηκε με τη Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους, πριν από λίγες ημέρες.
Με τα λόγια αυτά, θέλω να χαιρετίσω και πάλι την παρουσία του αγαπητού φίλου Αχμέτ Νταβούτογλου στην Αθήνα και να τον παρακαλέσω να λάβει το λόγο.
Α. ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ: Αξιότιμε φίλε, ομόλογε Υπουργέ Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, σας ευχαριστώ πάρα πολύ που με δεχτήκατε εδώ στην Αθήνα. Το πρωί είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον Πρωθυπουργό. Ήταν εποικοδομητικές οι συνομιλίες που πραγματοποιήθηκαν με τον κ. Σαμαρά. Κατά τη διάρκεια του 2013 είχα την ευκαιρία να υποδεχτώ στην Άγκυρα και τον προκάτοχό σας, τον κ. Αβραμόπουλο και, κατά τη διάρκεια του θέρους, εσάς τον ίδιο. Οι σχέσεις και οι επισκέψεις αυτές καταδεικνύουν τη σημασία που αποδίδουν και οι δυο πλευρές στη σχέση τους.
Πιστεύω ότι οι πολύ θετικές σχέσεις που έχουμε αναπτύξει, έχουν καταλήξει σε πολύ σημαντικές συμφωνίες. Συμφωνίες, οι οποίες ήταν πολύ ισχνές στον αριθμό τα προηγούμενα χρόνια, μέχρι τη σύσφιξη των σχέσεών μας, όπου μπορέσαμε, μέσα σε ένα διάστημα τριών τεσσάρων χρόνων, να υπογράψουμε περίπου 27 διμερείς συμφωνίες. Και αυτό καταδεικνύει τη σημασία και το αποτέλεσμα της σύσφιξης των σχέσεών μας.
Βεβαίως, σήμερα, δώσαμε έμφαση στις εργασίες και στην προοπτική της πραγματοποίησης της επόμενης συνάντησης του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας. Βεβαίως, πιστεύω ότι η σύσφιξη αυτών των σχέσεων είχε συνέπειες πολύ σημαντικές και στην οικονομία και στο εμπόριο. Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα όγκο εμπορικών συναλλαγών που πλησιάζει τα 5 δις δολάρια, αλλά στόχος μας θα είναι τα 10 δις.
Οι ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία πλησιάζουν τα 7 δις. Βεβαίως, ξέρουμε ότι ένας μεγάλος αριθμός Τούρκων επιχειρηματιών έχει επισκεφθεί την Ελλάδα, συνεχίζει να την επισκέπτεται και να υπογράφει συμφωνίες σημαντικού οικονομικού περιεχομένου. Έχει μεγάλη σημασία για τις σχέσεις μας οι συναντήσεις να γίνονται μέσα σε ένα ειρηνικό κλίμα και με φιλική διάθεση.
Αυτό, βέβαια, είναι το όραμά μας, το οποίο προσπαθούμε να το πραγματοποιήσουμε πάση θυσία. Οι πολιτισμικές και οι πολιτιστικές σχέσεις έχουν πολύ μεγάλη σημασία υπό αυτή την έννοια. Στην περασμένη μου επίσκεψη στην Αθήνα είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ το Φάληρο και τους Πολίτες, οι οποίοι είναι Κωνσταντινουπολίτες, Έλληνες πολίτες που κατοικούν στην περιοχή. Αυτό μου έδωσε μεγάλη χαρά, διότι ήταν σαν να έκανα βόλτα σε ένα μέρος πολύ γνώριμο σε εμένα.
Σε αυτή μου την επίσκεψη, θα έχω την ευκαιρία να επισκεφθώ τον Σύλλογο Ιμβρίων. Και ελπίζω στην επόμενή σας επίσκεψη κ. Υπουργέ να έχουμε την ευκαιρία να επισκεφθούμε την περιοχή από όπου προέρχονται οι Καραμανλήδες Έλληνες, την περιοχή του Καχραμάν, στην Κεντρική Τουρκία. θα είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για εμένα να σας συνοδεύσω σε μια τέτοια επίσκεψη.
Βεβαίως, το θέμα των μειονοτήτων μας πρέπει να θεωρείται μία ευκαιρία, μια γέφυρα η οποία θα ενώνει τους δύο λαούς και, βεβαίως, πρέπει να θεωρούμε και να βλέπουμε το θέμα των μειονοτήτων υπό τη σκοπιά των δικαιωμάτων του πολίτη, της ισοτιμίας, των ίσων δικαιωμάτων των πολιτών.
Εμείς ως Τουρκία και ως Ελλάδα ξέρουμε ότι υπάρχει μια επιτάχυνση των συνομιλιών με προοπτική την επίλυση του Κυπριακού και ως εγγυήτριες δυνάμεις θέλουμε να συμβάλλουμε τα μάλα στην επιχειρούμενη αυτή προοπτική επίλυσης του Κυπριακού.
Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν υποστηρίξει κάθε είδους διαδικασία, η οποία θα οδηγήσει σε μια ειρηνευτική λύση στο Κυπριακό. Εμείς επιθυμούμε την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, η οποία διέρχεται από την ειρηνευτική επίλυση του Κυπριακού.
Πιστεύουμε ότι η ειρήνη στην περιοχή καθιστά ισχυρότερη την Τουρκία στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής και αυτό προς επίρρωση της επιθυμίας μας να εξασφαλίσουμε την ειρήνη στην ανατολική Μεσόγειο και στην Κύπρο. Πραγματικά, η οικοδόμηση ενός ειρηνικού μέλλοντος για την Κύπρο έχει πολύ μεγάλη σημασία. Στη συνέχεια αυτής της επίσκεψης θα επισκεφθώ την Κύπρο.
Παράλληλα με αυτά τα πολύ θετικά της επίσκεψής μου είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε και για τις σχέσεις της χώρας μου με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι, όπως όλοι γνωρίζουμε, η Ελλάδα αναλαμβάνει την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ και είχα την ευκαιρία να δηλώσω στον ομόλογό μου ότι αποδίδουμε πολύ μεγάλη σημασία στην Ελληνική Προεδρία. Πιστεύω ότι καταβάλαμε μεγάλες προσπάθειες για την ευρωπαϊκή μας προοπτική και νομίζω ότι η υπογραφή της Συμφωνίας Επανεισδοχής θα επιταχύνει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.
Πιστεύουμε κι ελπίζουμε ότι η ώθηση που έχει δοθεί από πλευράς της Ελλάδος θα συνεχίσει να ενισχύεται και κατά την περίοδο της Προεδρίας της. Πιστεύω, δε, ότι η Τουρκία θα συμβάλλει σημαντικά στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Ως εκ τούτου, ευχαριστώ πάρα πολύ τον αξιότιμο κ. Βενιζέλο για τις προτεραιότητες που δίνει στις σχέσεις μας, στις σχέσεις των δύο χωρών.
Η Τουρκία φυσικά είναι πανέτοιμη για κάθε είδους συνεργασία προς αυτή την κατεύθυνση και θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε με τον ίδιο θετικό τρόπο. Καθώς, λοιπόν, διερχόμαστε από μία περίοδο όπου ενισχύονται οι συνδετικοί ιστοί, οι γέφυρες που ενώνουν τις δύο πλευρές, θα προσπαθήσουμε μέσα σε αυτό το πλαίσιο να επιλύσουμε και τα ακανθώδη θέματα των σχέσεών μας, τα δύσκολα θέματα των σχέσεών μας. Και θα αισθανθώ ιδιαίτερη ευχαρίστηση κ. Υπουργέ όταν θα ανταποδώσετε την επίσκεψή μου.
Ευχαριστώ πολύ.
Κ.ΚΟΥΤΡΑΣ: Θα υπάρξουν τώρα ερωτήσεις, δύο για τα ελληνικά μέσα και δύο για τα τουρκικά. Παρακαλώ, υπάρχουν ερωτήσεις;
Α. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ («ΒΗΜΑ»): Ευχαριστώ πολύ, έχω μία ερώτηση για τον κάθε ένα από εσάς. Κύριε Νταβούτογλου, θα ήθελα να σας ρωτήσω κατά πόσον στο πλαίσιο των συνομιλιών για την έκδοση Κοινού Ανακοινωθέντος για το Κυπριακό συμμερίζεστε απολύτως τις θέσεις του τουρκοκυπρίου ηγέτη Ντερβις Έρογλου σχετικά με την ύπαρξη ή μη μίας και αδιαίρετης κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Και προς τον κ. Βενιζέλο: κ. Υπουργέ, σε πρόσφατη συνέντευξή σας στην εφημερίδα «Σαμπάχ» της Τουρκίας είπατε ότι «η πραγματοποίηση των απαιτούμενων βημάτων στην Κύπρο είναι σημαντική για το κοινό μας μέλλον», εννοώντας το κοινό μέλλον Ελλάδος και Τουρκίας και ήθελα να σας ρωτήσω αν διαβλέπετε αυτά τα απαιτούμενα βήματα να λαμβάνουν χώρα.
Ευχαριστώ πολύ.
Α. ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ: Ελάχιστα παγκόσμια παγωμένα ζητήματα έχουν συζητηθεί με τόση λεπτομέρεια, όσο το Κυπριακό. Έχουμε τεράστια ορολογία σχετική με το κυπριακό ζήτημα.
Το 2004 με το Σχέδιο Αννάν, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τα πάντα, πως θα διαμορφωθεί το νέο κράτος, σε ποια θεμέλια θα στηριχθεί η διαμόρφωση αυτού του κράτους. Δηλαδή έχουμε ένα σημαντικότατο κεκτημένο στο θέμα των συνομιλιών περί του Κυπριακού και νομίζω ότι η Τουρκία είχε στηρίξει πολύ σημαντικά και σοβαρά την επίλυση του Κυπριακού τότε και το ίδιο θα κάνει και τώρα.
Υπάρχουν φυσικά non papers σε αυτό το θέμα και υπάρχουν διαφορές που χωρίζουν τις δύο πλευρές, ωστόσο είναι πολύ σημαντικό να διαπιστώνουμε τις διαφορές μας και να χρησιμοποιούμε μία κοινή ορολογία, έναν κοινό λόγο, με τον οποίο μπορούμε να συνομιλήσουμε προς επίλυση των διαφορών.
Ως προς το θέμα του Κοινού Ανακοινωθέντος, εμείς ως Τουρκία προσπαθήσαμε και πιστεύω και η τουρκοκυπριακή πλευρά υπήρξε αρκετά ελαστική στη στάση της ως προς αυτό και νομίζω ότι θα προσπαθήσουμε να επιδείξουμε την ίδια στάση. Να επιδείξουμε την ίδια διάθεση που θα μας οδηγήσει στην επίλυση.
Είναι πολύ σημαντικό να συνεχίσει η Κύπρος ως ένα κράτος, να συνεχίσει την ύπαρξή της. Νομίζω ότι αυτό είναι πολύ σημαντικό μέσα στα διεθνή πλαίσια, στο διεθνές κατεστημένο και στο κείμενο του Κοινού Ανακοινωθέντος αυτό έχει σημασία.
Πρέπει να ξεκινήσουμε τις απευθείας συνομιλίες. Χάσαμε πολύ πολύτιμο χρόνο από το 2004. Πέρασαν περίπου δέκα χρόνια και είναι πέντε χρόνια τώρα που συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών στην Κύπρο. Υπήρξε ένα διάλειμμα ενός έτους και η εκλογή του Προέδρου Αναστασιάδη μας έδωσε μεγάλη χαρά, καθώς ήταν ένας πολύ θετικός, πολύ καλός οιωνός το ότι εξελέγη ένας άνθρωπος, ο οποίος στήριξε το Σχέδιο Αννάν.
Βεβαίως, μας ζητήθηκε να αποδεχθούμε ένα διάλειμμα για το θέμα του Κυπριακού, λόγω της οικονομικής κρίσης που έπληξε και την Κύπρο, όμως θέλουμε να δούμε και τη θέληση, τη βούληση από κυπριακής πλευράς, ότι επιθυμούν τις συνομιλίες που θα οδηγήσουν στην επίλυση του θέματος.
Εμείς, ως Ελλάδα και Τουρκία, είμαστε σε μία πορεία εποικοδομητικών συνομιλιών και θέλουμε να το δούμε αυτό από όλες τις πλευρές. Δε χρειάζεται να χάσουμε κι άλλο χρόνο. Η απώλεια χρόνου σε αυτό το θέμα δεν είναι επωφελής. Νομίζω είναι καιρός να συνεχίσουμε.
ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Η ελληνική θέση ως προς το Κυπριακό είναι γνωστή, έχει διατυπωθεί πάρα πολλές φορές, τη γνωρίζει και ο αγαπητός φίλος Αχμέτ Νταβούτογλου.
Η Ελλάδα στηρίζει τις πρωτοβουλίες του Προέδρου Αναστασιάδη. Οι πρωτοβουλίες αυτές περιλαμβάνουν τις προτάσεις για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης νέου τύπου, Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης πιο γενναία, πιο ριζοσπαστικά, που μπορούν να αλλάξουν ριζικά το κλίμα στο νησί.
Περιλαμβάνουν, επίσης, την ανάγκη να συμφωνηθεί ένα Κοινό Ανακοινωθέν που δεν είναι πληροφοριακού ή τυπικού χαρακτήρα, αλλά συνιστά το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Ούτως ή άλλως, τα μεγάλα θέματα, τα κρίσιμα θέματα πρέπει να τεθούν, να συζητηθούν και να συμφωνηθούν. Καλύτερα είναι αυτό να έχει γίνει στην αρχή, για να υπάρχει και ασφαλές πλαίσιο αλλά και ταχύτητα στη διαδικασία των συνομιλιών.
Η λύση στο Κυπριακό πρέπει να οδηγεί, σύμφωνα με τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινοτικό κεκτημένο, σε μια λύση ομοσπονδιακή, σε μια λύση δικοινοτική, σε μια λύση διζωνική, σε μια λύση που είναι θεσμικά λειτουργική και συμβατή με τους κανόνες λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Χρειαζόμαστε μια λύση που σέβεται το γεγονός πως η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος – μέλος του Ο.Η.Ε. και κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Άρα χρειαζόμαστε μια λύση που βασίζεται σε μια ενιαία διεθνή νομική προσωπικότητα, σε μια εξωτερική κυριαρχία και σε μια ιθαγένεια. Αυτά είναι θεμελιώδη συστατικά, θεσμικά συστατικά μιας λύσης.
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα επιδειχθεί, εν τέλει, καλοπιστία και από την άλλη πλευρά, ώστε να συμφωνηθεί το Ανακοινωθέν και να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις.
Η Κυπριακή Κυβέρνηση, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει απευθυνθεί με ειδική επιστολή στον Πρωθυπουργό κ. Σαμαρά και του έχει ζητήσει, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία, μετά το Ανακοινωθέν και μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, η Ελλάδα, στο επίπεδο του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών, να πραγματοποιήσει συνάντηση με το διαπραγματευτή της τουρκοκυπριακής κοινότητας, όπως ακριβώς στο ίδιο επίπεδο και η Τουρκική Κυβέρνηση θα συναντηθεί με τον διαπραγματευτή της ελληνοκυπριακής κοινότητας.
Ο Πρωθυπουργός και εγώ αποφασίσαμε να αποδεχτούμε την πρόταση του Προέδρου Αναστασιάδη, ακριβώς για να διευκολυνθούν οι διαδικασίες και για να δείξουμε την καλή και δημιουργική μας στάση.
Διευκρινίζω κάτι το οποίο είναι αυτονόητο: πως οι δυο διαπραγματευτές εκπροσωπούν τις δυο κοινότητες, την ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή, όπως οι κοινότητες αυτές προβλέπονται από το Σύνταγμα του 1960 που διέπει μέχρι σήμερα την υπόσταση και τη λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεν εκπροσωπούν άλλες οντότητες και η Ελλάδα σε καμία περίπτωση φυσικά δεν αναγνωρίζει τη λεγόμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου». Αυτό είναι σαφές. Άλλωστε οι δυο ηγέτες συναντώνται επί χρόνια τώρα και οι συναντήσεις αυτές δεν παράγουν άλλο νομικό αποτέλεσμα, πέραν αυτού για το οποίο γίνονται, που αφορά τις διαπραγματεύσεις.
Και επαναλαμβάνω πως το ζητούμενο είναι μια λύση, η οποία να μπορεί να γίνει δεκτή μέσω δημοψηφίσματος. Το σχέδιο Αννάν έχει αφήσει μια θετική κληρονομιά που είναι η αποδοχή της διαδικασίας του δημοψηφίσματος. Άρα χρειαζόμαστε λύσεις δημοκρατικές, λύσεις συναινετικές, λύσεις οι οποίες θα τεθούν υπό την κρίση του κυπριακού λαού, ο οποίος και θα αποφασίσει.
Χαίρομαι γιατί οι θέσεις μας διατυπώνονται ευθέως, είναι κατανοητές εκατέρωθεν και θέλουμε να ελπίζουμε ότι θα υπάρξει συμφωνία στο Ανακοινωθέν ως πρώτο δείγμα καλής θέλησης, προκειμένου να μπούμε πλέον στο ουσιαστικό μέρος αυτής της διαπραγμάτευσης.
P. BERIRE («Τουρκικό Πρακτορείο “Anadolu”»): Αξιότιμε κ. Υπουργέ στις 16 Δεκεμβρίου θα γίνει η υπογραφή της Συμφωνίας Επανεισδοχής και, στη συνέχεια, μετά από 3,5 χρόνια, οι Τούρκοι πολίτες θα μπορούν να επισκέπτονται την Ελλάδα χωρίς θεώρηση διαβατηρίου. Αυτή τη στιγμή παρατηρείται μια μεγάλη αύξηση επισκεπτών στην Ελλάδα από Τούρκους τουρίστες, Τούρκους πολίτες. Πώς θα συνεχιστεί αυτή η διαδικασία; Και, επίσης, ποιά είναι τα σχέδια της Ελληνικής Προεδρίας αναφορικά με την Τουρκία;
ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Θεωρούμε πολύ σημαντικό γεγονός την υπογραφή της Συμφωνίας Επανεισδοχής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας. Η Συμφωνία Επανεισδοχής μας ενδιαφέρει γιατί εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, αλλά μας ενδιαφέρει και γιατί ανοίγει την οδό προς την απελευθέρωση των θεωρήσεων.
Η συνεργασία μας στον τουριστικό τομέα είναι καλή, αυξάνεται, αλλά κρύβει μέσα της τεράστιες δυνατότητες για μια μεγάλη ενιαία τουριστική αγορά, όχι μόνο για ανταλλαγή επισκέψεων μεταξύ των πολιτών των δύο χωρών, αλλά για να προσελκύσουμε τουρίστες από άλλες περιοχές του κόσμου, οι οποίοι γοητεύονται από τη Μεσόγειο, γοητεύονται από το κλίμα, από την πολιτιστική κληρονομιά και μπορούν να ενισχύσουν πολύ σοβαρά και την ελληνική και την τουρκική οικονομία.
Παρακολουθούμε πόσο αυξάνει ο ρυθμός των επισκέψεων Τούρκων πολιτών στην Ελλάδα, αλλά και Ελλήνων πολιτών στην Τουρκία και αυτό θέλουμε να το ενισχύσουμε. Στα νησιά μας, σε σχέση με την απέναντι τουρκική ακτή, εφαρμόζεται με επιτυχία ένα πιλοτικό πρόγραμμα. Αυτό το πιλοτικό πρόγραμμα μας δείχνει ότι υπάρχουν τεράστια περιθώρια ανάπτυξης και είμαστε πραγματικά ευτυχείς γιατί θα διευκολύνουμε τους ανθρώπους που θέλουν να επισκέπτονται τις χώρες μας.
Α. ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ: There was another question on your Presidency. What is your policy during your Presidency regarding Turkish integration?
ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Ο κ. Νταβούτογλου μου υπενθυμίζει ότι υπήρχε και δεύτερο σκέλος στην ερώτηση. Η Ελληνική Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συνεχίσει όλες τις διαδικασίες οι οποίες υπάρχουν σε σχέση με τη Διεύρυνση. Η Τουρκία είναι πολύ παλιό υποψήφιο προς ένταξη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ‘Hδη συζητήσαμε κοινές πρωτοβουλίες που μπορούμε να αναλάβουμε και στα Δυτικά Βαλκάνια και στη Μεσόγειο και στις χώρες της Μέσης Ανατολής και του αραβικού κόσμου κατά τη διάρκεια του εξαμήνου της Ελληνικής Προεδρίας, αλλά και κατά τη διάρκεια του εξαμήνου της Ιταλικής Προεδρίας. Γιατί οι δύο Προεδρίες, η Ελληνική και η Ιταλική συγκροτούν ένα έτος Μεσογειακής Προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ήδη, μετά από 3,5 χρόνια αδράνειας, άρχισαν οι συζητήσεις για ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο, που είναι η Περιφερειακή Πολιτική, ένα κεφάλαιο που μας ενδιαφέρει και τους δύο και ελπίζουμε η διαπραγμάτευση για το κεφάλαιο αυτό να ολοκληρωθεί επί των ημερών της Ελληνικής Προεδρίας.
Υπάρχουν και άλλα κεφάλαια, τα οποία μπορούν να ανοίξουν. Υπάρχουν κεφάλαια που αφορούν τον σκληρό πυρήνα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως είναι για παράδειγμα η οικονομική και νομισματική πολιτική. Υπάρχουν κεφάλαια που αφορούν την κοινωνική πολιτική και την κοινωνική Ευρώπη που μας ενδιαφέρουν πάρα πολύ.
Υπάρχουν φυσικά και κεφάλαια άλλα, τα οποία είναι πολύ σημαντικά, που αφορούν τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Σε αυτά τα κεφάλαια θα μας διευκόλυνε πάρα πολύ μια αλλαγή της ατμόσφαιρας σε σχέση με το Κυπριακό, μία συμφωνία στο Κοινό Ανακοινωθέν, η επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων.
Πάντως σίγουρα δεν θα μείνουμε χωρίς πολλή δουλειά, ως προς τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας. Αυτό έχει να κάνει και με το πεδίο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας, έχει να κάνει και με το ΝΑΤΟ και τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-ΝΑΤΟ.
Μας ενδιαφέρει πάρα πολύ η σχέση αυτή μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ να είναι ολοκληρωμένη, δηλαδή να περιλαμβάνει και τα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι πολύ σημαντικό λόγω της συμμετοχής της Κυπριακής Δημοκρατίας στις διαδικασίες αυτές.
Π. ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΣ («ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»): Η ερώτησή μου είναι για τον Υπουργό κ. Νταβούτογλου και θέλω να σας ρωτήσω: μιλήσατε για τις πολιτιστικές μας σχέσεις και διαβάζουμε κι ακούμε τελευταία δηλώσεις στελεχών της Κυβέρνησής σας που θέλουν να μετατρέψουν την Αγία Σοφία σε τζαμί. Το υποερώτημα είναι αν πράγματι θέλετε να κάνετε κάτι τέτοιο, το κύριο ερώτημα είναι ότι όταν υπάρχει διαμαρτυρία από ελληνικής πλευράς γι΄αυτά τα θέματα εσείς απαντάτε υποδεικνύοντας ότι η Αθήνα δεν έχει τζαμί. Επίσης για το θέμα της Χάλκης μας λέτε ότι να κάνετε πρώτα τζαμί στην Αθήνα. Το θέμα εδώ είναι, όμως, ότι αυτά δεν είναι θέματα διμερή, είναι θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γιατί επιμένετε να επεκτείνετε συνεχώς την ατζέντα των διμερών μας θεμάτων σε θέματα τέτοια ;
Α. ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ: Κατ΄ αρχάς να δηλώσω το εξής. Όταν πρόκειται για τα δικαιώματα των πολιτών μας εμείς δίνουμε προτεραιότητα και σημασία και, βεβαίως, αυτό υπό την έννοια της ισοπολιτείας.
Βεβαίως, υπάρχει το θέμα των βακουφίων και διάφορα άλλα θέματα και, όπως γνωρίζετε, από τουρκικής πλευράς, έχουν γίνει πράξεις που καταδεικνύουν την καλή θέληση της Τουρκικής Κυβέρνησης, όπως η επιστροφή περιουσιών βακουφίων που αγγίζουν σε αξία τα 1,4 εκ. λίρες. Αυτό νομίζω ότι είναι εμφανές και στις σχέσεις μας με το Πατριαρχείο και στα αιτήματα του Πατριαρχείου προς την Κυβέρνηση.
Εμείς εφαρμόζουμε το διεθνές δίκαιο και ότι ισχύει διεθνώς σε αυτά τα θέματα. Η Τουρκία είναι ένα κράτος όπου υπάρχει διαχωρισμός κράτους-θρησκείας και υπό αυτήν την έννοια εφαρμόζουμε το διεθνές δίκαιο που άπτεται των θεμάτων αυτών.
Εάν σε κάποιες απαντήσεις μας αναφερόμαστε στα θέματα δικαιωμάτων των μουσουλμάνων πολιτών της Ελλάδος, για το δικαίωμα σε ελεύθερη και απευθείας εκλογή θρησκευτικού εκπροσώπου, Μουφτή, είναι διότι πιστεύω ότι είναι πανανθρώπινη αξία, αντιστοίχως, η επιλογή του Πατριάρχη από τους πολίτες απευθείας.
Και εάν υπάρχουν κάποια θέματα σε αυτά τα διμερή ζητήματα, πρέπει να σας πω ότι εμείς υπερβήκαμε τα θέματα της αμοιβαιότητας ως προς τα ζητήματα αυτά και εφαρμόσαμε τις αρχές του διεθνούς δικαίου. Για παράδειγμα, το ελληνικό Γενικό Προξενείο Κωνσταντινούπολης στεγάζεται και σε ένα κτήριο, το οποίο αποδόθηκε πίσω στην ελληνική πλευρά και εννοούμε το Σισμανόγλειο κτήριο. Το ίδιο ισχύει και για το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στην Πρίγκηπο.
Εγώ πιστεύω ότι οι παραδόσεις που προέρχονται από το Βυζάντιο και την Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι μία κοινή κληρονομιά για το τουρκικό Κράτος. Τόσο ο βυζαντινός πολιτισμός, όσο και ο οθωμανικός πολιτισμός συνιστούν δική μας κοινή κληρονομιά.
Πιστεύω ότι η θεώρηση αυτών των ζητημάτων με τέτοιο τρόπο αποδεικνύεται και από τη στάση μας σε θέματα που αφορούν θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς. Νομίζω ότι η στάση μας σε αυτά τα θέματα είναι πολύ ανοιχτή, πολύ σαφής κι έχει αναγνωριστεί διεθνώς για τον σεβασμό στις διεθνείς αρχές που διέπουν τα ζητήματα αυτά.
Εγώ θα ήθελα να προσθέσω ένα άλλο θέμα. Υπάρχει το Αλατζά Ιμαρέτ τζαμί στη Θεσσαλονίκη, στο οποίο όπως γνωρίζετε, εγκαινιάστηκε έκθεση που πραγματοποιούσε προβολές με περιεχόμενο που δεν ταιριάζουν σε ένα θρησκευτικό ίδρυμα. Και αυτή η πρακτική από την ελληνική πλευρά ενόχλησε πολύ την τουρκική πλευρά, τον τουρκικό λαό.
Αλλά αυτό σταμάτησε, ευτυχώς. Ωστόσο, όταν έχουμε ενοχλήσεις αυτού του θέματος, έχουμε την ευκαιρία να τις συζητάμε μεταξύ μας. Πραγματικά δεν πρέπει να γίνονται χρήσεις θρησκευτικών μνημείων, με τρόπο που δεν συνάδει με το χαρακτήρα του μνημείου και αποδίδουμε μεγάλη σημασία σε αυτό το θέμα.
Και, βεβαίως, αποδίδουμε μεγάλη σημασία και στην προστασία αυτής της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς, στην οποία αναφέρθηκα και προηγουμένως. Η αποκατάσταση της Αγίας Σοφίας τον 16ο αιώνα από τον Μιμάρ Σινάν και ο σεβασμός, στο κτίριο, καταδεικνύει αυτή τη στάση μας και διαχρονικά. Ευχαριστώ πολύ.
ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Θα κάνω κι εγώ ένα σχόλιο, γιατί η συζήτηση επεκτάθηκε, λόγω της ερώτησης σε σχέση με τα μνημεία. Η προστασία των μνημείων της πολιτιστικής κληρονομιάς και ιδίως των μνημείων που λόγω της σημασίας τους είναι μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, είναι υποχρέωση όλων των κρατών μελών του ΟΗΕ και της UNESCO.
Είμαστε υποχρεωμένοι να σεβαστούμε τις αρχές της UNESCO για την προστασία των βυζαντινών χριστιανικών μνημείων και για την προστασία των οθωμανικών μνημείων.
Ενημέρωσα τον αγαπητό φίλο Αχμέτ Νταβούτογλου ότι είμαι σε θέση να του παραδώσω ένα φάκελο που καταγράφει τις αναστηλωτικές παρεμβάσεις που έχουν γίνει για την προστασία πλήθους οθωμανικών μνημείων στην Ελλάδα και είναι προφανές ότι η Αγία Σοφία είναι ένα μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς προστατευόμενο, όχι σε ένα επίπεδο εθνικό ή διμερές, αλλά σε ένα επίπεδο πραγματικά οικουμενικό και παγκόσμιο.
Επίσης, είναι προφανές ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στη χρήση των μνημείων. Είναι πραγματικά αδιανόητο, μνημεία σημαντικά να χρησιμοποιούνται ως κινηματογράφοι για ταινίες ειδικού περιεχομένου. Αυτό είναι πραγματικά απαράδεκτο.
Υπάρχουν, όμως, και άλλα φαινόμενα απαράδεκτης χρήσης μνημείων και κάνουμε πολύ μεγάλη προσπάθεια, μέσα από τον καλόπιστο διάλογο, να εναρμονιζόμαστε με τις αρχές της UNESCO και με τους κανόνες προστασίας των μνημείων της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Σε σχέση με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προφανώς δεν ισχύει η αρχή της αμοιβαιότητας. Η Ελλάδα και η Τουρκία είναι κράτη-μέλη όχι μόνο του ΟΗΕ, αλλά και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Μετέχουμε στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αποδεχόμαστε την αρμοδιότητα και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν είναι ένας θεσμός εσωτερικός, τουρκικός, είναι ένας θεσμός διεθνής. Χωρίς το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν συγκροτείται η οικουμενική έννοια της χριστιανοσύνης. Δεν προσδιορίζεται όχι μόνο η Ανατολική Χριστιανική Εκκλησία, αλλά ούτε καν η Δυτική, γιατί και αυτή προσδιορίζεται σε αναφορά προς την Ανατολική και τούμπαλιν.
Επίσης, είναι πολύ κρίσιμο να πούμε ότι στην Ελλάδα για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης εφαρμόζεται η σαρία, ο ιερός μουσουλμανικός νόμος. Και είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον κ. Νταβούτογλου για τα προβλήματα που συνδέονται με την εφαρμογή της σαρίας και με το διπλό ρόλο του μουφτή, όχι μόνο ως θρησκευτικού λειτουργού, αλλά και ως δικαστή που απονέμει δίκαιο στο πλαίσιο της ελληνικής έννομης τάξης.
Είχαμε την ευκαιρία να εμβαθύνουμε στα θέματα αυτά. Ο διάλογος αυτός είναι καλόπιστος και διέπεται πάντα από τους κανόνες του διεθνούς δικαίου με στόχο την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Γ. ΚΙΡΜΠΑΚΗΣ: Κύριε Υπουργέ, κατ’ αρχάς σε εσάς θα ήθελα να ρωτήσω, όσον αφορά το τέμενος στο Βοτανικό και την αναστήλωση του τζαμιού στο κέντρο της Αθήνας, σε ποια φάση βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή; Η οικοδόμηση τεμένους στην περιοχή του Βοτανικού και η αποκατάσταση του τεμένους Φετιχιέ στην Πλάκα ; Ποιες πληροφορίες έχετε και τι θα μπορούσατε να μοιραστείτε μαζί μας;
ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Θεωρώ πολύ σημαντικό το γεγονός ότι μετά από καθυστέρηση υπήρξε μια πάρα πολύ σοβαρή τεχνική προσφορά από τις μεγαλύτερες ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες για την ανέγερση του τεμένους των Αθηνών, που είναι ένα τέμενος που θα αναγερθεί με δημόσια δαπάνη ως ένας θεσμός προστατευόμενος από την Ελληνική Δημοκρατία.
Το μέγεθος των αναδόχων εγγυάται την γρήγορη και αξιόπιστη ολοκλήρωση του έργου. Άρα η Αθήνα αποκτά ένα τέμενος για όλους τους μουσουλμάνους, οι οποίοι θέλουν να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα με αξιοπρέπεια, εφόσον κατοικούν στην Αθήνα ή βρίσκονται στην Αθήνα. Και εμείς είμαστε πάρα πολύ ευτυχείς όταν οι πολίτες μας που επισκέπτονται την Τουρκία, άλλες χώρες, βρίσκουν εκκλησίες ορθόδοξες, ανοιχτές, στο κέντρο των πόλεων, όπου μπορούν να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.
Το Φετιχιέ Τζαμί είναι ένα οθωμανικό μνημείο πολύ σημαντικό. Βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας και χαιρόμαστε γιατί ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός για την ανάδειξη του αναδόχου που θα αναστηλώσει το μνημείο αυτό. Όπως έχουμε αναστηλώσει και πάρα πολλά άλλα οθωμανικά μνημεία.
Α. ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ: Σχετικά με το θέμα αυτό, τόσο ο Πρωθυπουργός ο κ. Σαμαράς, όσο και ο Υπουργός Εξωτερικών ο κ. Βενιζέλος, μας ενημέρωσαν ως προς τα πολύ συγκεκριμένα βήματα που έχουν γίνει στα θέματα αυτά. Ως ένα άτομο που έχει μελετήσει την ιστορία της φιλοσοφίας με ειδική έμφαση στην ελληνική φιλοσοφία, πρέπει να πω ότι είμαι ένας θαυμαστής του ελληνικού πνεύματος. Και πραγματικά η περιδιάβαση των στενών των Αθηνών μου επαναφέρει εικόνες από αυτή τη βαθιά πολιτιστική κληρονομιά που έχετε.
Νομίζω ότι είναι μια πολύ σημαντική πόλη, πολυδιάστατη πόλη, με ένα παρελθόν πολύ σημαντικό. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι οι πολυδιάστατες πόλεις ως προς το πολιτισμικό τους παρελθόν, έχουν ανοιχτά τζαμιά, συναγωγές που λειτουργούν και κάθε είδους χώρους λατρείας που είναι ανοιχτοί προς όλους τους πολίτες. Και αυτό αποτελεί ένδειξη της πολυπολιτισμικότητας των πόλεων αυτών.
Το ότι υπάρχουν αρχιτεκτονικά μνημεία τα οποία είναι αντιπροσωπευτικά δείγματα της πολυπολιτισμικότητας είναι κάτι το οποίο μας τιμά. Έτσι αισθανόμαστε εμείς τουλάχιστον αυτό το θέμα. Και, βεβαίως, είναι πολύ σημαντικό και για τους επισκέπτες να βλέπουν την πολυπολιτισμικότητα με χειροπιαστές αποδείξεις όταν επισκέπτονται μια πόλη.
Εγώ έψαχνα το Φετιχιέ τζαμί, το οποίο το είδα σε μια κακή κατάσταση και μου προκάλεσε θλίψη. Σε αντίθεση με το θαυμασμό που αισθάνομαι όταν βλέπω την Ακρόπολη, το Φετιχιέ τζαμί και η θέα του μου προκάλεσε θλίψη. Νομίζω ότι ταιριάζει στην Αθήνα να αναδεικνύει και διαχρονικά τις πολυπολιτισμικές της διαστάσεις.
Νομίζω ότι η Ελληνική Κυβέρνηση έχει αποφασίσει και συμβάλλει πολύ σημαντικά στη διαμόρφωση αυτού του κλίματος και μέσα στα πλαίσια αυτά γίνονται πραγματικές προσπάθειες αναστήλωσης, αποκατάστασης τέτοιων μνημείων. Νομίζω ότι αυτό είναι ευθύνη κάθε κυβέρνησης, η οποία επιφορτίζεται με το καθήκον της προστασίας των μνημείων πανανθρώπινης αξίας.