Η Ελλάδα με εμπνέει, με κάνει να ονειρεύομαι και να δημιουργώ

Της ΒΙΒΙΑΝ ΜΟΡΡΙΣ

«Νοιώθω σαν να έχω γεννηθεί στην Ελλάδα. Είναι ο τόπος που με εμπνέει, που με κάνει να ονειρεύομαι και να δημιουργώ» θα πει η νεαρή αρχιτέκτων, Καλλιόπη Βακρά, τρίτης γενιάς Ελληνίδα, με ρίζες στη Σάμο και την Κύπρο.
Τη γνωρίσαμε από την τελευταία διάκριση που έλαβε για το Σπίτι στο Balwyn, και το οποίο πήρε θέση ανάμεσα στα καλύτερα σπίτια της Αυστραλίας (Australia’s Best Houses).

Πριν πάμε σ’ αυτό το πραγματικά καταπληκτικό δημιούργημα που «γέννησε» από ένα στενόμακρο, κατηφορικό οικόπεδο, που φιλοξενούσε για δεκάδες χρόνια, ένα απλό, παλιό τούβλινο σπίτι με φανερά τα σημάδια της φθοράς, ας μπούμε, με την άδειά της, στο δικό της χώρο.

Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1978 και μεγάλωσε στα βόρεια προάστια της Μελβούρνης, όπου ο ρατσισμός και τη δεκαετία του ’80 ήταν ακόμη «ζωντανός» και «ακμαίος».
«Το ‘wog’ ήταν ό,τι το συνηθέστερο, στο σχολείο, πράγμα που μας ανάγκαζε, εμάς τα παιδιά και τα εγγόνια των μεταναστών, να δημιουργούμε κλίκες, σαν όπλο αντιπερισπασμού. Μέχρι σήμερα μπορώ να πω ότι όλοι οι φίλοι μου κατάγονται από διάφορες εθνότητες. Νοιώθω Ελληνίδα και είμαι περήφανη γι’ αυτό. Ποτέ δεν προσπάθησα να κρύψω την καταγωγή μου. Τη, δε,

Η Καλλιόπη Βακρά

Η Καλλιόπη Βακρά

ελληνική αρχιτεκτονική τη μελέτησα και την αγάπησα πολύ πριν επισκεφτώ, για πρώτη φορά, την Ελλάδα».
Μιλά και τα μάτια της είναι γεμάτα φως, Το χαμόγελό της έχει μια λάμψη μοναδική. Η αρχιτεκτονική, θα πει, την είχε ελκύσει από πολύ νωρίς.

«Από μικρό παιδί, σχεδίαζα σπίτια, όπου έβρισκα μολύβι και χαρτί. Ποτέ δεν πέρασε από το νου μου ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Ήμουν τυχερή που από την πλευρά της οικογενείας μου δεν υπήρξε πίεση προς άλλη κατεύθυνση. Μόνο ενθάρρυνση, τόσο από τους γονείς μου όσο και από τους παππούδες και γιαγιάδες, έπαιρνα από πολύ νωρίς».

ΠΑΘΙΑΣΜΕΝΗ

«Είμαι παθιασμένη μ’ αυτό που κάνω» θα πει σε τόνο που θα μπορούσε να σταματήσει την κουβέντα μας εκεί. Δεν συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο.
Φανερή η πρόθεσή της να μας εισβάλλει στα…  άδυτα των αδύτων:
«Στοχεύω στο καλύτερο δυνατό σχέδιο και την ανώτερη ποιότητα. Κι αυτά αλλάζουν και μεταβάλλονται. Το «τα πάντα ρει» του Ηράκλειτου, ισχύει πάντα. Ξεκινώντας, βέβαια, σε κάθε περίπτωση, από μια στερεή βάση, κι αυτή είναι να κρατήσουμε τις βασικές αρχές και να χτίσουμε πάνω σ’ αυτές».

Αμέσως, μετά τις σπουδές της στη Μελβούρνη, η Καλλιόπη Βακρά πηγαίνει στη Βιέννη, όπου εργάζεται εκεί, μαγεμένη από την αρχιτεκτονική της πόλης.
«Έφυγα, μετά από ενάμισι χρόνο, νοιώθοντας εμπλουτισμένη από την τέχνη των μεγάλων αρχιτεκτόνων του παρελθόντος και με μια φοβερή δίψα, ν’ ανοίξω δικούς μου, καινούριους δρόμους. Έχοντας όλον αυτόν τον πλούτο μέσα μου, ήθελα να δημιουργήσω νέα πράγματα που θα έχουν τη δική μου σφραγίδα».

Το ερώτημα ‘αν το πέτυχε’, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί άστοχο ή ακόμη και περιττό, αν λάβει κανείς υπόψη του, την πορεία της Καλλιόπης Βρακά τα τελευταία χρόνια. Κυρίως όμως τη φιλοσοφία που διέπει τις δημιουργίες της.

ΚΕΝΤΡΟ ΟΛΩΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

«Το κέντρο όλων ο άνθρωπος» έτσι δεν είναι; Μ’ αυτή την αρχή και την ανάγκη, τη δική μου την προσωπική, να δώσω εκείνο που εκφράζει τον άνθρωπο στον καλύτερο δυνατό βαθμό, παίρνω στο χέρι το μολύβι για να σχεδιάσω. Τίποτε δεν είναι τυχαίο. Όσο πιο βαθιά, δε, μπορείς να εισχωρήσεις, όχι μόνο στο νου, αλλά και στη ψυχή του άλλου, τόσο πιο κοντά έρχεσαι, στο να ικανοποιήσεις το στόχο σου, που, σε τελική ανάλυση δεν είναι παρά η ανάγκη να δημιουργήσεις τον ιδανικό τόπο που θα ζήσει ο άλλος που σ’ εμπιστεύεται μ’ ένα πολύτιμο κομμάτι της ζωής του, το σπίτι που ζει.

Όταν για παράδειγμα, έρχεται ένα ζευγάρι και απλώς σου λέει ότι ‘θέλει ένα μοντέρνο σχέδιο’, αυτό για μένα δεν λέει πολλά πράγματα. Είναι κάτι γενικό και αόριστο. Και, ας μη μας διαφεύγει ότι με τον όρο ‘μοντέρνο’ μπορούμε να οδηγηθούμε και στη συνέχεια να οδηγήσουμε τον άλλον, σε περίεργα, αν όχι ξένα, και αφιλόξενα κυρίως, μονοπάτια. Οπότε, προσοχή και πάλι προσοχή!» θα πει η Καλλιόπη, μ’ ένα λαμπερό χαμόγελο.

Ας πάμε, όμως, στο συγκεκριμένο χώρο του Balwyn. Eκεί, που από ένα φτωχικό, απλό σπιτάκι, βγήκε ένα πανέμορφο, μοντέρνο, φωτεινό παλάτι, με απλές γραμμές, δική του ξέχωρη προσωπικότητα και αέρα που το ξεχωρίζει, σίγουρα, από τα άλλα γύρω του.

«Η μεγάλη πρόκληση ήταν το περίεργο οικόπεδο. Στενόμακρο και με κλίση σταθερή προς τα κάτω που ξεκινούσε από μπροστά και συνεχιζόταν μέχρι το πίσω μέρος. Ξεκίνησα, εντούτοις, από τη βασική μου αρχή να γνωρίσω καλά τα άτομα που θα ζούσαν στο σπίτι που θα σχεδίαζα. Τι ήθελαν, ποιες εικόνες είχαν στο μυαλό τους, ποιος ήταν ο τρόπος που θα ήθελαν να ζήσουν σ’ αυτό το σπίτι. Τα υπόλοιπα θα ήταν δική μου δουλειά. Μου είπαν ότι ήθελαν όλο το ισόγειο να είναι τόπος που θα δέχονταν τους φίλους τους και θα ικανοποιούσαν το χόμπι τους που είναι η μαγειρική και ο πειραματισμός με τα διάφορα είδη κουζίνας. Πρότεινα πισίνα στο πίσω μέρος με δεύτερη εξωτερική κουζίνα και είδα την έκπληξη στο πρόσωπό τους. ‘Με τόσο στενό οικόπεδο’;»

Δεν θα ήταν η μόνη ευχάριστη έκπληξη, δεδομένου ότι όταν το σχέδιο πήρε σάρκα και οστά, παρ’ ότι υπήρχε η συνεχής παρακολούθηση από τους ιδιοκτήτες, δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους.

Ανοιχτό, φιλόξενο, αλλά και τόσο διακριτικά «κρυμμένο» από τα μάτια των γειτόνων, με λιτές, μοντέρνες γραμμές –αφαιρετικού ύφους– με επιφάνειες, εσωτερικά, σε διάφορα επίπεδα, συχνά παράλληλα με κενά που συντείνουν στην αίσθηση του απλόχωρου περιβάλλοντος και αφήνουν το φως να υπογραμμίσει την ωραιότητα αλλά και διαφορετικότητα

του χώρου.

«Υπάρχει μία συνεχής εξέλιξη και στα υλικά που διατίθενται σήμερα. Αναμφίβολα υπηρετούν την αισθητική, συνάμα όμως διακρίνονται και για την πρακτικότητά τους. Το θέμα της ηλικιακής ενέργειας είναι επίσης από τα κύρια που λαβαίνει υπόψη του ο σύγχρονος αρχιτέκτονας. Επίσης η εξοικονόμηση νερού. Στο Σπίτι του Balwyn, το σύστημα ηλιακής ενέργειας είναι πάνω από το γκαράζ και δεν φαίνεται από το δρόμο.
Υπάρχουν, επίσης, δύο μεγάλα ντεπόζιτα νερού στην πίσω αυλή, τα οποία καλύπτονται από το γρασίδι, αθέατα στο μάτι, πολύ όμως χρήσιμα και αποτελεσματικά».

ΛΑΤΡΕΥΩ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΗΣΙΑ

«Λατρεύω τα ελληνικά νησιά που έχουν κρατήσει την αγνότητά τους, που έχουν διατηρήσει τη φυσική τους ομορφιά και οι άνθρωποι σ’ αγκαλιάζουν χωρίς να σε ξέρουν. Είναι καλόκαρδοι, απλοί και φιλόξενοι. Ξεχωρίζω τη Σάμο, όπου, βέβαια, είναι και οι ρίζες μου, τη Νάξο και την Πάρο. Στην Αθήνα, όταν επισκέφθηκα τα αρχαία μνημεία, αισθάνθηκα πραγματικό δέος και τόσο περήφανη για την καταγωγή μου!

Μόνο αν βρεθείς εκεί, μπορείς, κατά κάποιο τρόπο, να νοιώσεις και, ίσως, να εξηγήσεις γιατί οι Έλληνες μετανάστες, στην πλειονότητά τους, έχουν μεγαλουργήσει. Βλέπεις από πού πηγάζει το ήθος τους, από πού αντλούν τη δύναμή τους και από πού εμπνέονται για να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα! Αυτή η πηγή δε, όχι μόνο δε στερεύει, αλλά μας καλεί και μας, να πιούμε, τις δεύτερες και τρίτες γενιές. Ό,τι συμβαίνει, είναι πραγματικά μαγικό!»

ΠΗΓΗ:Neoskosmos.com