Πρόκληση Έντι Ράμα μέσω Facebook

Με επιθετικό και συνάμα προκλητικό τρόπο απάντησε ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα στην ανακοίνωση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών για το ενδεχόμενο κατεδάφισης των κατοικιών 19 Ελλήνων ομογενών της Χειμάρρας από τη δημοτική αρχή της πόλης.

Παραθέτοντας μια γκραβούρα που απεικονίζει την Ακρόπολη του 1670, ο Ράμα ισχυρίζεται στο προφίλ του στο Facebook ότι η Ακρόπολη διασώθηκε από τους Ενετούς λόγω του «Αλβανού» αρχιεπισκόπου Γεώργιου Δουσμάνη, αλλά εγείρει και θέμα Αρβανιτών, ισχυριζόμενος ότι o Ευγένιος Ρίζος-Ραγκαβής ανέφερε το 1925 πως ο γηγενής πληθυσμός είναι «ακόμη και σήμερα κυρίως αλβανικός (…), αν και αυτό δεν την κάνει απολύτως αλβανική πόλη».

Προσθέτει, μάλιστα, ότι ο πληθυσμός της Χειμάρρας «σε όλες τις διεθνείς συμβάσεις, για να μη μιλήσουμε για την ιστορία, χαρακτηρίζεται απλώς ως αλβανικός».

Η ανάρτηση του Έντι Ράμα στο Facebook

«Αυτή η γκραβούρα της παλιάς Αθήνας το 1670 (η πόλη στην οποία, όπως έγραφε ακόμα και το 1925 ο Έλληνας φαναριώτης πρίγκιπας Ευγένιος Ρίζος-Ραγκαβής, ο γηγενής πληθυσμός είναι ακόμη και σήμερα κυρίως αλβανικός) μας υπενθυμίζει, μεταξύ άλλων, πως αν η Ακρόπολη στέκεται ακόμα για τη δόξα της ανθρωπότητας και του πολιτισμού, αυτό οφείλεται και στο όραμα του Αλβανού αρχιεπισκόπου της Αθήνας, Γεωργίου Δουσμάνη (Gjergj Dushmani), o οποίος το 1686 διαπραγματεύεται με τον Φραγκίσκο Μοροζίνι του βενετικού στόλου για να μη βομβαρδίσουν την πόλη από το λιμάνι του Φαλήρου, επειδή εκεί υπήρχε μια τουρκική φρουρά.image

Το προκλητικό μήνυμα του Έντι Ράμα το οποίο αναπαράχθηκε από ομογενειακές ιστοσελίδες

»Μια τέτοια ιστορία μιας πόλης, που κάποτε ήταν σύμφωνα με τα αυθεντικά στοιχεία και τους ιστορικούς κυρίως αλβανόφωνη δεν την κάνει απολύτως μια αλβανική πόλη, αν και η Αθήνα οφείλει κάτι στους Αλβανούς στην εξαιρετική της ιστορία. Και ακριβώς έτσι, αν η Χειμάρρα βίωσε το ελληνικό αρχιπέλαγος και με την ελληνική γλώσσα ως ”κοινή διάλεκτο” της Ανατολής, μέσω των θαλάσσιων ανταλλαγών, σε στενή και γόνιμη συνύπαρξη, δεν την καθιστά απολύτως μια ελληνική επαρχία, μάλιστα ο πληθυσμός της σε όλες τις διεθνείς συμβάσεις, για να μη μιλήσουμε για την ιστορία, χαρακτηρίζεται απλώς ως αλβανικός».

ΣΚΛΗΡΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

«Οι επίσημοι αλβανικοί φορείς δεν μπορούν να διατείνονται urbi et orbi ότι τα μειονοτικά δικαιώματα είναι σεβαστά σε όλη την αλβανική επικράτεια, την ίδια στιγμή που τα παραβιάζουν στην πράξη, ναρκοθετώντας την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας τους», τονίζει με ανακοίνωσή του το υπουργείο Εξωτερικών αναφορικά με το θέμα της κατεδάφισης των σπιτιών 19 ομογενών στη Χειμάρρα.

«Η αλβανική ηγεσία συγχέει την εσφαλμένη αντίληψη που έχει για την ιστορία με τις δεσμεύσεις της Αλβανίας, που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, για την προστασία την Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας που είναι γηγενής με κατοχυρωμένα δικαιώματα» επισημαίνει η ανακοίνωση.

Κάνει λόγο επίσης για «μία μεθόδευση που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει σχέδιο καταστρατήγησης των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας», τονίζοντας ότι «τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους», καθώς «τα ειδοποιητήρια για την κατεδάφιση κτιρίων, στο πλαίσιο του σχεδίου ανάπλασης της Χειμάρρας εστάλησαν σε άτομα, που ήταν όλα ελληνικής καταγωγής». Επισημαίνει δε ότι «οι χθεσινές δηλώσεις Αλβανών αξιωματούχων παραπέμπουν σε παρωχημένες συλλογιστικές, οι οποίες έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα ισχύοντα πρότυπα προστασίας μειονοτικών δικαιωμάτων σε σύγχρονα, δημοκρατικά και ευρωπαϊκά κράτη».

Αυτή είναι η ελληνική απάντηση στη χθεσινοβραδινή ανακοίνωση του αλβανικού υπουργείου Εξωτερικών, η οποία ανέφερε ότι «η Αλβανία δεν κάνει διακρίσεις σε σχέση με τις αρχές του κράτους δικαίου», καθώς «οι νομικές διαδικασίες που ακολουθούνται από το Δήμο Χειμάρρας, οι οποίες επικεντρώνονται στην μεταμόρφωση της πόλης σε ένα ευρωπαϊκό τουριστικό προορισμό, είναι διαφανείς και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία». Απάντηση της αλβανικής πλευράς που δόθηκε στην πρώτη ανακοίνωση που είχε εκδώσει το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών την περασμένη Κυριακή μέσω της οποίας καλούσε τις αλβανικές Αρχές «να προβούν άμεσα αφενός στην ακύρωση της κατεδάφισης και αφετέρου σε ουσιαστικές διαβουλεύσεις με τους ιδιοκτήτες για τα σχέδια ανάπλασης της Χειμάρρας» και σημίωνε ότι «η προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων και δη των μειονοτικών δικαιωμάτων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των 5 προϋποθέσεων που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση», τονίζοντας ότι η Αλβανία, «εφόσον ειλικρινά επιθυμεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να αποδείξει στην πράξη ότι λειτουργεί ως κράτος Δικαίου προστατεύοντας από αυθαιρεσίες και παρανομίες τα δικαιώματα όλων των κατοίκων της ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής και προελεύσεως».