Βαλκάνια: Οι φόβοι για συγκρούσεις, το Κόσοβο και το Μακεδονικό

Παρότι έχει αμφισβητηθεί από διάφορες πλευρές ως προς την εγκυρότητα των εκτιμήσεών της, οι αναλύσεις που προέρχονται από την πλατφόρμα στρατηγικών πληροφοριών Stratfor πάντα διατηρούν το ενδιαφέρον τους.

Με αυτή την έννοια έχει σημασία ότι στην τελευταία εκτίμησή της για τα Δυτικά Βαλκάνια η Stratfor κυρίως θέλει να δώσει έμφαση στο πώς στην περιοχή ορισμένες φορές οι «λύσεις» δεν συνεπάγονται και ειρήνη.

Αυτή την ιδιότυπη διαλεκτική εντοπίζει και ο φαινομενικά οξύμωρος τίτλος που διάλεξαν οι συντάκτες της ανάλυσης: «Γιατί οι προσπάθειες να χτιστούν γέφυρες θα μπορούσαν να απειλήσουν την ειρήνη στα Δυτικά Βαλκάνια».

Η ανάλυση επικεντρώνει σε δύο βασικές εξελίξεις. Την προσπάθεια συνεννόησης ανάμεσα στην ηγεσία της Σερβίας και την ηγεσία του Κοσόβου, που περιλαμβάνει και το ενδεχόμενο ανταλλαγής εδαφών ανάμεσα στις δύο χώρες, ώστε να λυθεί η μεταξύ τους διαφορά και την πορεία επικύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ.

Και για τις δύο περιπτώσεις η ανάλυση της Stratfor επισημαίνει τους κινδύνους ακριβώς από τη δρομολόγηση των αντίστοιχων λύσεων.

Στην μεν περίπτωση του ζητήματος του Κοσόβου, η ανάλυση εκτιμά ότι δύσκολα θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια λύση εξαιτίας της ύπαρξης ισχυρών αντιθέσεων σε τυχόν συμφωνία και στις δύο χώρες.

Επιπλέον, επισημαίνει τον κίνδυνο μια τέτοια εξέλιξη να οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη όπου ούτως ή άλλως η Republika Srpska διατηρεί ντε φάκτο σημαντική αυτονομία και θα μπορούσε ενδεχομένως να διεκδικήσει αυτονομία, σε μια κίνηση με απρόβλεπτες συνέπειες.

Η ανάλυση υπογραμμίζει παράλληλα τις διαφορετικές και αντιφατικές αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, ένδειξη ακριβώς της συνθετότητας της κατάστασης.
Μακεδονικό
Έτσι, ενώ ο αρμόδιος Επίτροπος για τη διεύρυνση, Γιοχάνες Χαν, άφησε να εννοηθεί ότι οι Βρυξέλλες θα μπορούσαν να δεχτούν μια συμφωνία ανάμεσα στα δύο μέρη, η  Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ εξέφρασε τη ρητή αντίθεσή της, την ώρα που ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον δήλωσε τη στήριξη στην όποια συμφωνία και η Ρωσία εξέφραζε συμπαράσταση στη Σερβία απέναντι στις απαιτήσεις του Κοσόβου.

Αντίστοιχα στη διαπραγμάτευση ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ, η έκθεση στέκεται στις εσωτερικές πολιτικές αντιθέσεις που υπάρχουν και στις δύο πλευρές των συνόρων σε σχέση με τη συμφωνία.

Ως προς την ΠΓΔΜ επισημαίνεται η σημασία της αντίθεσης της αντιπολίτευσης του VMRO αλλά και άλλων οργανώσεων στη συμφωνία αλλά και το ενδεχόμενο να υπάρξει κάλεσμα σε μαζική αποχή από το δημοψήφισμα ώστε να μην έχει τη συμμετοχή που θα το καταστήσει έγκυρο.

Επιπλέον, στο βαθμό που μετά το δημοψήφισμα θα ακολουθήσει και η διαδικασία των αλλαγών στο Σύνταγμα, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για νέες διαμαρτυρίες, ενώ υπάρχει και το ζήτημα των εθνοτικών αντιθέσεων καθώς οι αλβανοί κάτοικοι της ΠΓΔΜ τείνουν να στηρίζουν περισσότερο τη συμφωνία από τους «εθνικά μακεδόνες». Όλα αυτά εκτιμάται ότι αποτελούν παράγοντες αστάθειας.

Αντίστοιχα, ως προς την Ελλάδα επισημαίνονται οι αντιδράσεις που έχουν ήδη υπάρξει, αλλά και η σημαντική πολιτική διαίρεση που φτάνει και στο εσωτερικό της ίδιας της κυβέρνησης δεδομένης της διαφορετικής τοποθέτησης που έχουν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ πάνω στο θέμα.

Συγκρούσεις

Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάλυση της Strafor καταλήγει στο συμπέρασμα ότι παρότι η ξένη οικονομική βοήθεια, η παρουσία ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων και η προοπτική εισδοχής σε διεθνείς οργανισμούς όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ συμβάλλουν στη διατήρηση της ειρήνης αλλά και στη διάθεση να αναζητηθούν λύσεις, πολλά από τα διαχρονικά προβλήματα και των Δυτικών Βαλκανίων παραμένουν ενεργά και ικανά να πυροδοτήσουν κοινωνική αναταραχή και εθνοτικές συγκρούσεις. Κατά συνέπεια, «ακόμη και διαπραγματεύσεις που αποσκοπούν στο να λύσει συνεχιζόμενες διαφορές, έχουν τον κίνδυνο να πυροδοτήσουν νέες συγκρούσεις».

Είναι σαφές ότι και αυτή η ανάλυση εντοπίζει το πόσο σύνθετα είναι τα πράγματα στα Βαλκάνια. Η εικόνα ειρήνης τις τελευταίες δύο δεκαετίες δεν αναιρεί ότι παραμένουν ανοιχτές εθνικές διεκδικήσεις αλλά και κοινωνικές συγκρούσεις την ίδια ώρα που τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελούν ένα από τα πεδία όπου ξεδιπλώνεται ο νέος «Ψυχρός Πόλεμος» ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, αλλά και τα όποια σχέδια διεύρυνσης της επιρροής της ΕΕ και των ηγεμονικών της σχηματισμών.

Αυτό κάνει τις όποιες λύσεις σε επιμέρους ζητήματα να συνδυάζονται με προβλήματα σε άλλες πλευρές και πιθανότητες αναζωπύρωσης συγκρούσεων, ιδίως από τη στιγμή που καμιά από τις λύσεις στα ανοιχτά «εθνικά» ζητήματα, δεν επιλύει τα κοινωνικά προβλήματα και την απουσία ενός μοντέλου ανάπτυξης που να υπόσχεται ευημερία, να δίνει προοπτική στη νεολαία και να αποφεύγει την ενδημική διαφθορά.

Επιπλέον, καταδεικνύεται ότι η θετική συνδρομή του «ξένου παράγοντα» σε αρκετές περιπτώσεις αποκαλύπτει περισσότερο γεωπολιτική ιδιοτέλεια παρά ειλικρινή προσπάθεια επίλυσης προβλημάτων που απαιτούν πολύ πιο συνολική προσέγγιση.