Η Ευρώπη σε κρίσιμο σταυροδρόμι – Αγώνα για… restart δίνουν Μέρκελ και Μακρόν

Με μια έννοια ήταν μια αναμενόμενη κίνηση. Βερολίνο και Παρίσι έπρεπε να δώσουν το στίγμα ότι ο γαλλογερμανικός άξονας όχι μόνο είναι ενεργός αλλά μπορεί ακόμη να παράγει πολιτικά σχέδια για το μέλλον.

Άλλωστε, τόσο ο Εμανουέλ Μακρόν όσο και η Άνγκελα Μέρκελ είχαν ανάγκη να δώσουν ένα στίγμα ότι παραμένουν ηγετικές προσωπικότητες σε μια περίοδο, όπου ο πρώτος εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μια ενεργή κρίση νομιμοποίησης και η δεύτερη βρίσκεται ήδη σε μια τροχιά αποχώρησης από την ενεργό πολιτική.

Ως προς το επιτακτικό ενός τέτοιου διαβήματος δεν χρειάζεται μεγάλη τεκμηρίωσης. Οι βρετανικές εκλογές αναμένεται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, να ξεμπλοκάρουν τη διαδικασία του Brexit, που, όπως και να το δει κανείς, σύμπτωμα κρίσης του ευρωπαϊκού σχεδίου ήταν.

Οι δυσκολίες που υπήρξαν για τη διαμόρφωση τελική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έδειξαν ότι και διαφορετικές ατζέντες υπάρχουν και περιθώρια επιμέρους και συχνά τεμνόμενων εκβιασμών.

Η αδυναμία επεξεργασίας συνολικών προωθητικών σχεδίων και κοινής πολιτικής για ζητήματα όπως το προσφυγικό και το μεταναστευτικό, υπογραμμίζει την πραγματική δυσκολία χάραξης κοινής γραμμής.

Η πρόσφατη εμπλοκή για το ζήτημα των ενταξιακών διαδικασιών της Αλβανίας και της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, επανέφερε τη δυσκολία συνεννόησης ακόμη και για υποτίθεται συμφωνημένες κατευθύνσεις.

Οι προβλέψεις όλων των διεθνών οργανισμών για επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης στην Ευρωζώνη κοντά στα όρια της τυπικής ύφεσης την επόμενη χρονιά, απλώς επιβεβαίωσαν και την κρίση ενός ορισμένου οικονομικού μοντέλου που σε κρίσιμες στιγμές πρόκρινε τη δημοσιονομική πειθαρχία σε βάρος της αναγκαίας αναπτυξιακής δυναμικής.

Ότι σε αυτό το τοπίο οι παραδοσιακές πολιτικές οικογένειες που στήριξαν το «ευρωπαϊκό σχέδιο», εμφανίζουν διάφορα σημάδια κρίσης, την ώρα που η δυναμική της ακροδεξιάς, σε όλες τις παραλλαγές της, δεν δείχνει να ανακόπτεται, έρχεται να θυμίσει και την παράμετρο μιας ενεργής πολιτικής κρίσης.

Οι γενικές παράμετροι του σχεδίου

Ο Εμανουέλ Μακρόν είχε κάνει διάφορες διακηρύξεις περί της ανάγκης να γίνει συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, με πιο χαρακτηριστική την επιστολή του τον περασμένο Μάρτη με αντικείμενο την ανάγκη για μια «ευρωπαϊκή αναγέννηση»,  στην οποία διατύπωνε το αίτημα για μια Ευρώπη με περισσότερη δημοκρατία, μεγαλύτερη προστασία των ελευθεριών και των δικαιωμάτων πολιτών και εντονότερη πρόοδο.

Όμως, η απόσταση ανάμεσα στις διακηρύξεις και την υλοποίηση πραγματικών βημάτων παραδοσιακά αποδεικνύεται τεράστια στην Ευρώπη. Ιδίως όταν εμπλέκεται με τον ιδιαίτερα σύνθετο μηχανισμό συζήτησης και διαπραγμάτευσης που περιλαμβάνει το «ευρωπαϊκό οικοδόμημα».

Από τη μεριά του το ίδιο το σχέδιο που παρουσιάστηκε με τη μορφή non paper για να συζητηθεί από τα κράτη μέλη δείχνει αρκετά γενικόλογο και χωρίς διατύπωση μεγάλων προσδοκιών.

Αφορά τη διοργάνωση μιας διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης μέσα στο 2020, στην οποία πρέπει να συμμετέχουν όλοι οι βασικοί θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η οποία θα έχει επικεφαλής μια ευρωπαϊκή προσωπικότητα και συντονισμό από επιτροπή στην οποία θα εκπροσωπούνται οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, τα κράτη-μέλη αλλά και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης

Ο σκοπός της Διάσκεψης θα πρέπει να είναι ο στόχος για μια πιο ενωμένη και πιο κυρίαρχη Ευρώπη με έμφαση σε όλα τα ζητήματα από αυτά που αφορούν την ασφάλεια, μέχρι την κλιματική αλλαγή, τη μετανάστευση, την πάλη ενάντια στις ανισότητες και την υπεράσπιση του κοινωνικού μοντέλου. Παράλληλα, η Διάσκεψη θα πρέπει να έχει στόχο συγκεκριμένες πολιτικές με υπόδειξη και των αναγκαίων θεσμικών αλλαγών που πρέπει να γίνουν

Το σχέδιο είναι για μια Διάσκεψη σε διαφορετικές φάσεις. Η πρώτη φάση μέχρι το καλοκαίρι του 2020 θα πρέπει να επικεντρώσει σε ζητήματα που αφορούν την δημοκρατική λειτουργία της ΕΕ, με έμφαση στις εκλογές και τον τρόπο ανάδειξης αυτών που καταλαμβάνουν τις κρίσιμες θέσεις στους ευρωπαϊκού θεσμούς. Ξεχωρίζει η αναφορά σε «υπερεθνικές λίστες» (αντί για τις εκλογές ευρωβουλευτών από εκλογές σε εθνικό επίπεδο που έχουμε τώρα) που είναι μία πρόταση την οποία κατά καιρούς έχει κάνει η γαλλική πλευρά.

Η δεύτερη φάση προτείνεται να ξεκινήσει με τη γερμανική προεδρία στα μέσα του 2020 και να πάει μέχρι τη γαλλική προεδρία το 2022 και να αφορά κυρίως τις συγκεκριμένες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σκοπός της διάσκεψης ένα σχέδιο προτάσεων και αλλαγών που να τεθούν υπόψη των ευρωπαϊκών θεσμών, ενώ δίνει μεγάλη έμφαση στη διαβούλευση και με τους ίδιους τους ευρωπαίους πολίτες.

Θα μπορέσει να έχει αποτελέσματα;

Η ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης βρίθει διακηρύξεων και μεγαλεπήβολων σχεδίων που συχνά έμειναν στα χαρτιά ή δεν οδήγησαν στα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Η αναβάθμιση των αρμοδιοτήτων των ευρωπαϊκών οργάνων, συμπεριλαμβανομένης της «πειθαρχικής» παρέμβασης σε περίπτωση απόκλισης από δημοσιονομικούς στόχους, χωρίς παράλληλη δημοκρατική διαδικασία και πραγματική λογοδοσία τους στους πολίτες, η επιμονή στους ονομαστικούς στόχους δημοσιονομικής σύγκλισης χωρίς παράλληλη αύξηση των αναδιανεμητικών δαπανών, η πραγματική δυνατότητα χωρών να αποκλίνουν σε ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, η οχύρωση στις πολιτικής της Ευρώπης-Φρουρίου που αντιμετωπίζει τις χώρες εισόδου προσφύγων ως «φραγμό», όλα αυτά τα πραγματικά σημερινά όρια της Ευρώπης δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα αντιμετωπιστούν από την προτεινόμενη διαδικασία.

Ιδίως από τη στιγμή που οι ίδιες οι ηγετικές χώρες, αυτές που παίρνουν και τώρα την πρωτοβουλία του διαλόγου, συχνά έχουν δείξει μια σημαντική απροθυμία να αναλάβουν και το κόστος που συνεπάγεται ένα πραγματικό βάθεμα της ολοκλήρωσης…