Χρησικτησία Ομογενούς Από Το 1928 Αναγνωρίσθηκε Το 2020

 

Του Χρήστου Ηλιόπουλου*

Αθήνα, 12 Αυγούστου 2022. Πολυάριθμές είναι οι ιστορίες μεταναστών που έφυγαν από την Ελλάδα για ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία και άλλες χώρες και αργότερα ενεπλάκησαν σε δικαστήρια στην Ελλάδα για κληρονομιές ή άλλα ακίνητα που οι συγγενείς προσπάθησαν να διεκδικήσουν. Το μεγάλο ερώτημα που συνήθως χρειάζεται απάντηση σε τέτοιες δικαστικές υποθέσεις είναι ποιος ασκούσε νομή στα διεκδικούμενα ακίνητα για διάστημα άνω των είκοσι ετών χωρίς να έχει ο αντίδικος αντιδράσει με κάποιο νομικό τρόπο, δηλαδή συνήθως με αγωγή ή ασφαλιστικά μέτρα στα δικαστήρια ή έστω με εξώδικο. Η δυνατότητα να αποδειχθεί η κατ’ ελάχιστον εικοσαετής άσκηση νομής είναι συχνά το κλειδί της νίκης σε παρόμοιες δικαστικές διαμάχες. Νομή, με απλά λόγια, είναι η χρήση ενός ακινήτου με την πεποίθηση από αυτόν που το χρησιμοποιεί ότι είναι δικό του. Νομή είναι να δηλώνεις το ακίνητο στο Ε9 της εφορίας, να πληρώνεις τα έξοδα του ακινήτου και να κρατάς αποδείξεις γι’ αυτό, να συντάσσεις τοπογραφικό με μηχανικό, να το δηλώνεις στο Κτηματολόγιο, να αποτρέπεις καταπατητές να το καταλάβουν, να χτίζεις σ’ αυτό, να φυτεύεις, να φτιάχνεις φράχτη, να κάνεις ανακαίνιση στο σπίτι ή στο διαμέρισμα, να το νοικιάζεις σε άλλους και να έχεις σχετικό μισθωτήριο έγγραφο, να πληρώνεις ΕΝΦΙΑ γι’ αυτό, να έχεις μάρτυρες που βλέπουν για χρόνια ότι κάνεις τα παραπάνω και ότι εσύ και κανένας άλλος δεν φροντίζει το εν λόγω ακίνητο. Νομή δεν ασκεί ο ενοικιαστής, διότι χρησιμοποιεί βεβαίως το ακίνητο, αλλά δεν έχει την πεποίθηση ότι είναι δικό του, διότι γνωρίζει ότι αυτό ανήκει στον ιδιοκτήτη, δηλαδή τον εκμισθωτή στην μίσθωση. Ο ομογενής που κατοικεί μονίμως εκτός Ελλάδος, αλλά έχει κληρονομικά ή ιδιοκτησιακά δικαιώματα σε ακίνητα στην Πατρίδα, πρέπει να φροντίζει να ξεκαθαρίζει με τους συγγενείς, τους γείτονες ή άλλους που τα κατέχουν προσωρινώς ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ότι τα ακίνητα στην Ελλάδα είναι δικά του και ότι ο βοσκός που βάζει τα πρόβατά του στα χωράφια, ή ο συγγενής που έχει τα κλειδιά του σπιτιού στο χωριό, ή ο φίλος που επισκέπτεται το σπίτι κατά διαστήματα, δεν ενεργούν ως ιδιοκτήτες, αλλά ως αντιπρόσωποι του ομογενούς, εκτελώντας τις οδηγίες του ομογενούς για τα ακίνητα στην Ελλάδα, για δικό του λογαριασμό. Ο ομογενής συνιστάται να υπογράφει έγγραφα με βεβαίωση γνησίου υπογραφής, με τους αντιπροσώπους του στην Ελλάδα, στα οποία να ξεκαθαρίζεται ότι ιδιοκτήτης, κύριος και νομέας του ακινήτου είναι ο ομογενής και ότι οι συγγενείς, οι φίλοι ή οι γνωστοί του στην Ελλάδα, που έχουν τα κλειδιά, που εισέρχονται στα ακίνητο, που το χρησιμοποιούν ενδεχομένως κατά διαστήματα, που το καθαρίζουν, το προστατεύουν από καταπατητές και το εποπτεύουν, δεν τον κάνουν για δικό τους λογαριασμό, αλλά ως αντιπρόσωποι και για λογαριασμό του ομογενούς, ο οποίος είναι και ο αδιαμφισβήτητος κύριος του ακινήτου. Συχνά το ποιος είναι ο νομέας περιπλέκεται σε ένα θολό τοπίο οικογενειακών και φιλικών σχέσεων, στις οποίες δεν ξεκαθαρίζεται ποιος είναι ιδιοκτήτης, για λόγους αποφυγής εντάσεων λόγω συγγενείας ή μη διατάραξης των φιλικών σχέσεων, με την κάθε πλευρά να διαμορφώνει καταστάσεις σύμφωνα με τις οποίες πιστεύει ότι το ακίνητο είναι, ή γίνεται σιγά σιγά δικό της, με αποτέλεσμα μετά από αρκετά χρόνια να βγαίνουν στην επιφάνεια συγκρούσεις που «σιγόβραζαν» για δεκαετίες. Αυτό συνέβη και στην υπόθεση η οποία αναφέρεται στην υπ’ αριθ. 416/2020 του Γ’ Πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου. Μετανάστης από την Αρκαδία έφυγε το 1916 για τις ΗΠΑ, έκανε κάποια χρήματα και επέστρεψε το 1928 στο χωριό του στο Λεβίδι, για να χτίσει σπίτι σε οικόπεδο του πατέρα του. Ο πατέρας αναγνωρίζοντας ότι το παιδί του είχε βάλει τα χρήματα για να χτίσει το σπίτι, έδωσε διά λόγου το σπίτι με το οικόπεδο στον γιό του, ο οποίος το κατοίκησε μαζί με την οικογένειά του έως περίπου το 1937, οπότε και ξαναέφυγαν για τις ΗΠΑ. Από τότε στο σπίτι μείνανε οι γονείς του ομογενούς και άλλα μέλη της οικογένειάς του, έως το 1997, οπότε και ο ομογενής απεβίωσε στις ΗΠΑ. Ο γιός του ομογενούς, επίσης κάτοικος ΗΠΑ, διεκδίκησε το 2006 το σπίτι από κάποιους συγγενείς που το είχαν κατοικήσει κατά διαστήματα και το είχαν μάλιστα ανακατασκευάσει, χωρίς την άδειά του. Μετά από καταθέσεις συγγενών και άλλων μαρτύρων, αλλά και αφού τα δικαστήρια έλαβαν υπόψιν τους και έγγραφα, φωτογραφίες και άλλο αποδεικτικό υλικό, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε υπέρ των συγγενών, όμως το Εφετείο και ο Άρειος Πάγος δικαίωσαν τον ομογενή, κρίνοντας ότι ο πατέρας του και στην συνέχεια ο ίδιος, είχαν αδιάκοπη νομή επί πολλές δεκαετίες, η οποία δεν είχε διακοπεί από έκτακτη χρησικτησία των λίγων συγγενών που το είχαν νεμηθεί από το 1990 έως το 2006 οπότε και ο γιός του ομογενούς είχε ασκήσει την αγωγή του στα δικαστήρια. Με την άσκηση της αγωγής το 2006 ο ομογενής διέκοψε τη νομή τους και τους εμπόδισε να ολοκληρώσουν δική τους εικοσαετία, καθώς από το 1990 έως το 2006 είχαν συμπληρώσει μόνο16 χρόνια νομής, που δεν ήταν αρκετά για την συμπλήρωση της εικοσαετούς έκτακτης χρησικτησίας.   *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws.www.greekadvocate.eubmbioxoi@otenet.gr