Ποιο ρόλο παίζει ο φανατισμός στην εφαρμογή προγραμμάτων αλλαγής;

Ποιο ρόλο παίζει ο φανατισμός στην εφαρμογή προγραμμάτων αλλαγής;
Ο φανατισμός επιτυγχάνει την αλλαγή;
της Ευτυχίας Λοϊζίδου

Για την ΡΗΡ

Κατ’ αρχήν η έννοια θέλω αλλαγή σημαίνει:
Αρνούμαι και απορρίπτω μια θέση ή στάση, δεν αποδέχομαι τον δημιουργημένο κόσμο και πολιτισμό (γενική ή μερικά).
Δεν συμφωνώ με τα μέσα και τους τρόπους ενέργειας και συμπεριφοράς που καθιέρωσε αυτός ο κόσμος και βρίσκομαι στην προσπάθεια να καθιερώσω νέα.
Η Σοφόκλεια Ηλέκτρα ποθεί την αλλαγή και αυτό το συναντάμε στους στίχους:
165 … Αυτός (ο Ορέστης) που ακούραστα προσμένοντάς τον
172 … δεν αξιώθηκε να μου προβάλει
303 … και εγώ τον Ορέστη όλο προσμένοντας να’ ρθεί σ’ αυτά να βάλει τέλος.
Φαίνεται πως η αλλαγή για την Ηλέκτρα είναι φυσική ανάγκη.  Γιατί ικανοποιεί τον πόθο της για ελευθερία.
Μια αλλαγή που θα την λυτρώσει από την ανία και το ψυχικό κενό.  Αυτά είναι που είχαν καταργήσει όλους τους σκοπούς της ζωής της (στοίχος: 166 … άμοιρη και ανύπαντρη πορεύομαι).  Με μόνο τελικό σκοπό να γίνεται μηχανικός χαρακτήρας η Ηλέκτρα στη δράση.
Ο φανατισμός της Ηλέκτρας
Ο φανατισμός είναι ένας περίεργος συνδυασμός πάθους και αρετής.  Μια αρμονική θα λέγαμε σύζευξη αντιφατικών όμως στοιχείων.  Γιατί θεωρητικά δεν μπορούν να συνυπάρχουν.
Γιατί περιέχει προτερήματα άξια θαυμασμού, αλλά περιέχει και κακίες που απειλούν να προκαλέσουν τις τρομερότερες καταστροφές.
Για να καταλάβουμε καλύτερα το περιεχόμενο ας φέρουμε στο νου μας το φανατισμό του Ισλάμ (που το βρίσκουμε και μέσα στο κείμενο του Σοφοκλή με την ονομασία ΔΙΚΗ).
Πυρήνας του είναι μια πίστη σταθερή, άκαμπτη, μονοκόμματη και αποκλειστική στην αξία μιας ιδεολογίας που έχει σαν στόχο την πρόοδο μιας κοινωνίας λαών.
Η Κλυταιμνήστρα έκανε πίστη της την Ιδεολογία αυτή και τη λατρεύει σαν θεό και την προβάλλει σαν σωτήρα της Ανθρωπότητας.
Είναι ένα πρόγραμμα με καθορισμένες διατάξεις, εντολές, ενέργειες που απαιτούν την απόλυτη εφαρμογή, την κατά γράμμα τήρηση, την τυφλή υπακοή.
Και τι απαντάει η Ηλέκτρα στη μάνα της στους στίχους 578-583:
“…. Χρωστούσε να πεθάνει από το χέρι σου;  Με ποιο νόμο;  Κοίτα καλά, βάζοντας τέτοιο νόμο, βάζεις θηλιά καυτή στο σβέρκο σου και θα το μετανιώσεις.  Αν είναι να σκοτώσει ο ένας τον άλλο πρώτη θα πεθάνεις εσύ με τέτοιο νόμο.”
Όμως το στοιχείο του φανατισμού το συναντάμε και στην Ηλέκτρα.  Κάθε τι ξένο προς τη δική της αλήθεια, είτε άνθρωπος είναι αυτός, είτε ιδεολογία πρέπει να γκρεμιστεί, να εξολοθρευτεί.  (Στίχος 115 … ελάτε συντρέχετε πληρώστε του δικού μου πατέρα τον φόνο. Στίχος 348-349 … εγώ σκέφτομαι τον πατέρα και ούτε συντρέχεις κι απ’ το στόχο μου με βγάζεις).
Αυτή η κακία συχνά ξεπερνά τα όρια της μυικής αγριότητας και πάντα φέρνει καταστροφές που προκαλούν φρίκη.  Όπως θα συναντήσουμε το αποτρόπαιο έγκλημα στο τέλος του έργο: την μητροκτονία. Διότι η Ηλέκτρα πιστεύει πως για να νικηθεί η σκληρή και άκαμπτη στάση της μάνας της,χρειάζεται μια καινούρια αλλαγή. Στο διάλογο μάνας-κόρης έρχεται αντιμέτωπος ο φανατισμός της συντήρησης(Κλυταιμνήστρα) με το φανατισμό της αλλαγής (Ηλέκτρα).
Οι αρχαίο τραγικοί ποιητές πίστευαν ότι η μεταβολή πάντα στοιχίζει ακριβά στους λαούς, αλλά μέσα από τις καταστροφές κάποια πρόοδος δειλά δειλά ξεπροβάλλει και η ανθρωπότητα τραβά μπροστά με βήμα αργό.
Φαύλος κύκλος λοιπόν.
Χωρίς το φανατισμό δύσκολα θα έρθει κάποια αλλαγή και με το φανατισμό ένα καινούριο στενόμυαλο συντηρητικό πνεύμα αναλαμβάνει τη ρύθμιση της κοινωνίας.
Οι αλλαγές πάντοτε σχεδιάζονται από θεωρητικά μυαλά (που ίσως μπορεί και να μην έχουν την δύναμη να τις επιβάλλουν).  Οι οπαδοί, οι αφοσιωμένοι πιστοί, αναλαμβάνουν το ρόλο τους.
·     Ο φανατισμός καλλιεργεί στην Ηλέκτρα το πνεύμα του ηρωισμού και της αυτοθυσίας, περιβάλλοντας το σκοπό με ιερότητα.
·     Συγκροτεί ομάδες με κοινό φρόνιμα και κοινές επιδιώξεις (στίχοι 343-344 … όλες οι συμβουλές σου δικά της δασκαλέματα, ούτε μια λέξη δεν είναι δική σου.  Στίχος 358 … στην πράξη όμως μόνιασες με τους φονιάδες).
·     Παρουσιάζει άμεση την πραγματικότητα του σκοπού – γεμίζει τις καρδιές με ενθουσιασμό και κάνει την ψυχή ανυπόμονη για δράση.
·     Κάνει τους αγωνιστές σκληρούς και άκαμπτους, αποφασισμένους να σκοτώσουν και να σκοτωθούν χωρίς έλεος.  “Κτύπα αν μπορείς ξαν? «-!” (1417).  1435 Θάρρος τελειώνουμε.  Για κάποιους που ίσως δεν εξέτασαν αυτήν την οπτική παραθέτω το απόσπασμα από το βιβλίο του Έρικ Χόφφερ “Ο Φανατικός”.
“Αν ανάμεσα σε ένα φανατικό χριστιανό, ένα φανατικό μωαμεθανό και ένα φανατικό εθνικιστή υπάρχουν φανερές διαφορές, ο φανατισμός που τους διακρίνει μπορεί να θεωρηθεί σαν ένας και ο αυτός.  Το ίδιο ισχύει και για τη δύναμη που τους σπρώχνει σε εξάπλωση και παγκόσμια κυριαρχία.  Όλα τα είδη της πίστης, της αφοσίωσης,της φιλοδοξίας, της ενότητας και της αυτοθυσίας, έχουν μεταξύ τους μια κάποια ομοιότητα.  Αν και στο περιεχόμενο της κάθε “ιερής υπόθεσης” ή θεωρίας υπάρχουν μεγάλες διαφορές, βρίσκουμε πάντως ολοένα συμφωνία ανάμεσα σε εκείνους τους παράγοντες της υπόθεσης ή της θεωρίας που υποβοηθούν την επίδραση τους. Όποιος – όπως ο Πασκάλ – βρίσκει τους πραγματικούς λόγους της αποτελεσματικότητας της χριστιανικής διδασκαλίας, με αυτό βρίσκει ταυτόχρονα και τους λόγους της αποτελεσματικότητας των κομμουνιστικών, εθνικοσοσιαλιστικών και εθνικιστικών δογμάτων.  Όσο διαφορετική και αν είναι η ιερή υπόθεση, για την οποία οι άνθρωποι θυσιάζουν τη ζωή τους, στο βάθος περαίνουν ίσως για το ίδιο πράγμα…
Ξεκινώντας από το γεγονός ότι οι πρώτοι οπαδοί κάθε μαζικού κινήματος στρατολογούνται κυρίως από κάθε λογής απογοητευμένους, και ότι αυτοί μπαίνουν στο κίνημα εθελοντικά, συμπεραίνουμε ότι: 1) Η αποτυχία και η απογοήτευση μπορούν να δημιουργήσουν τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά του “ορθόδοξου”. 2) Μια αποτελεσματική τεχνική για τον επηρεασμό της γνώμης αποτελεί μπόλιασμα του απογοητευμένου…”

 

Δίκη: Παλαιό Δίκαιο
Ο νεκρός δεν ησυχάζει αν δεν ικανοποιηθεί ο ασίγαστος πόθος για εκδίκηση.  Ένα κατάλοιπο της πανάρχαιας αντίληψης να εκδικούνται το αίμα με αίμα.
Αυτό το πανάρχαιο έπος της εκδίκησης είναι ένας από τους άγραφους κανόνες του παλαιού δίκαιου,της Δίκης.
Σε αντίθεση με τον Αισχύλο (όπως μπορούμε να κατανοήσουμε στο έργο του “Χοιφόρες”) ο Σοφοκλής ενστερνίζεται την άποψη του Ομήρου. Στον Όμηρο δεν παρατηρούμε την αντίληψη ότι οι νεκροί όριζαν καθήκοντα εκδίκησης.  Δεν θυμώνουν και δεν υποδεικνύουν τρόπους ενέργειας στους ζωντανούς.  Δεν “θυμούνται τω δράσαντι” όπως παραδέχεται ακόμα και ο Πλάτωνας (Νόμοι 865 d).  Δεν επεμβαίνουν στη ζωή εκείνων που βρίσκονται στον επάνω κόσμο. Το μόνο που ζητούν να τύχουν ενταφιασμού (σε περίπτωση που δεν έχουν ταφεί) και να γίνουν οι απαραίτητες χοές, προσφορές, τιμές.
Στον Άδη κινούνται ως “αμεμηνά κάρηνοι”  Οδ λ 29,49
Είναι “είδωλα καμόντων” Οδ λ 476
Περιστρέφονται σαν σκιές ανήμπορες, χωρίς φρένες, χωρίς ίνες (Ιλ Ψ 104, Οδ λ 219).
Όμηρος και Σοφοκλής μας λένε πως:
Όταν κανείς σκοτώσει εκτίθεται φυσικά στη μήνιν των συγγενών του θύματος, την οποία όμως δενορίζει ο νεκρός.
Οι Σοφόκλειοι ήρωες Ορέστης και Ηλέκτρα κινούνται από το προσωπικό τους πάθος για εκδίκηση και από ένα ψιλό αίσθημα τιμής.
Ο Σοφοκλής καθώς και ο Αισχύλος μελέτησαν τον άγραφο κώδικα της Παλιάς Δίκης γιατί ασφαλώς έβλεπαν πως αυτή υπό νέα μορφή εξακολουθεί να επενεργεί και να ρυθμίζει τις σχέσεις των ανθρώπων παρά το γεγονός ότι το κράτος την αντικατέστησε με μια νέα.
Σύμφωνα λοιπόν με την Παλαιά Δίκη, ο γιος του δολοφονηθέντα είχε την ιερή υποχρέωση να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του.  Ο Ορέστης λοιπόν, μοναδικός γιος του Αγαμέμνονα ο οποίος αν εξετάσουμε την ετυμολογία του ονόματος “Ορ-έστης” είναι αυτός που κατεβαίνει από τα βουνά, έχει ορεισίβια σκέψη και σκοπό να δικαιώσει τη μνήμη του πατέρα του και να εκδικηθεί τον ατιμωτικό θάνατο του.  Και στην προκειμένη τραγική περίπτωση εχθρός του είναι η ίδια η μητέρα του.
Για να εκτελέσει δηλαδή το καθήκον του απέναντι στο νεκρό πατέρα του πρέπει να διαπράξει το πιο ανίερο έγκλημα: να γίνει μητροκτόνος. Ένας νέος ο οποίος έζησε τόσο χρόνια μακριά από το σπίτι του (σε αυτό συνετέλεσε η Ηλέκτρα που μωρό τον παρέδωσε στον παιδαγωγό να τον μεγαλώσει),αμέτοχο στο αίμα που μόλυνε την οικογένεια του.
Ένα νέο ολοκάθαρο στην ψυχή, που δεν τον βαραίνει κανένα προσωπικό ανίερο έργο παρά μόνο μια βαριά και ασυγχώρητη αμαρτία των προγόνων του, για την οποία όμως πρέπει να πληρώσει.  Επωμίζεται λοιπόν ένα βαρύτατο χρέος το οποίο έχει υποχρέωση να φέρει σε πέρας.
Σήμερα, κάθε τι που έχει σχέση με την παράδοση, συχνά θεωρείται νεκρό ή ανασταλτικό στοιχείο για την πρόοδο.  Πού μας βοηθά τότε το έργο του Σοφοκλή και δη η αρχαία τραγωδία;
Το νεκρό σαν λέξη φέρνει το νου μας το πτώμα, που είναι άχρηστο και που μπορεί να γίνει επικίνδυνο για το περιβάλλον του. Είναι κατά που πρέπει οπωσδήποτε να φύγει από τη μέση το ανασταλτικό εξηγεί – κατά κάποιο τρόπο – το λόγο για να μπαίνει σαν εμπόδιο μπροστά στην εξέλιξη και ανάπτυξη του πολιτισμού, σταματά την βελτίωση των όρων ζωής.  Όμως είναι δυνατή μια Τρίτη θέση την οποία δέχομαι και που μπορεί να είναι ένας συνδυασμός.  Μια μέση λύση που μπορεί να φανεί με την έρευνα της σχέσης των εννοιών. Φέρνουμε στο νου μας την έννοια παράδοση.  Ακούμε συχνά τόσα πολλά γι’ αυτήν, όμως η πραγματικότητα που αντιπροσωπεύει δεν είναι εύκολα κατανοητή.
Οι γονείς μεταδίδουν στα παιδιά τους ότι καλύτερο έχουν, έμαθαν, απόκτησαν οι ίδιοι με κόπο, γλώσσα, ικανότητες, ήθη, έθιμα, αρετές και κακίες που δεν τις ξέρουν,αντιλήψεις για τη ζωή και το θάνατο.
Αυτό που συμβαίνει καθημερινά στην οικογένεια επαναλαμβάνεται αιώνες τώρα σιωπηρά μέσα στην κοινωνική ζωή.  Οι παλιότερες γενεές μεταφέρουν και παραδίνουν στους νεότερους ότι θεωρούν πιο εκλεκτό με σκοπό να τους βοηθήσουν για να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη και πιο εύκολη.  Από όλα αυτό καταλαβαίνουμε ότι η παράδοση δεν είναι μόνο σύνολο στοιχείων πολιτισμού που είχε δημιουργηθεί στο παρελθόν.  Είναι προσοχή: η διαχρονική διαδικασία μεταφοράς από το παρελθόν στο κάθε φορά παρόν, μια λειτουργία θα λέγαμε με ανθρωπιστικό και παιδευτικό χαρακτήρα.
Γιατί βοηθάει τους νέους κάθε εποχής να ξεπεράσουν και οι ίδιοι και τα παιδιά τους τα βάσανα που τράβηξαν και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι πρόγονοι τους.
Μεταφέρει με τη βοήθεια του λόγου και της πράξης, επιλεκτικά στοιχεία από περασμένες μορφές πολιτισμού.
Η παράδοση αποτελεί τη βασική πολιτιστική λειτουργία, που πηγάζει από την αγάπη και τη διάθεση των παλαιότερων να βοηθήσουν τους νεότερους.
Η παράδοση παρουσιάζει πρότυπα για μίμηση και υπέρβαση ή και για αποφυγή, όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενα κεφάλαια: σύνδεση παρόν με παρελθόν προετοιμάζοντας το μέλλον.  Είναι ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας για την εθνική ενότητα και ανεξαρτησία.
Λαοί χωρίς παράδοση, δύσκολα αντιμετωπίζουν το μέλλον και πάντα διατρέχουν τον κίνδυνο είτε να διαλυθούν είτε να απορροφηθούν από άλλους.  Κινεί τους λαούς στη διαμόρφωση ενός καλύτερου μέλλοντος.  Αλλά προσοχή!  Πήραμε μια θετική θέση απέναντι στην παράδοση.  Από την άλλη μεριά, το ερώτημα ,ξαναγυρίζοντας στον πρόλογο αυτού του κειμένου.
Ποιο καλό να περιμένει κανείς από τις προλήψεις, τις δεισιδεμονίες, τις εθνικές και κοινωνικές προκαταλήψεις, τις φυλετικές διαφορές και τον πόλεμο;  Όσο και αν φαίνεται παράξενο, τα παραπάνω είναι παραδοσιακά στοιχεία. Διατηρήθηκαν για τους εξής λόγους:
·     Στο παρελθόν φάνηκαν αποτελεσματικά σε κάποιες δύσκολες στιγμές της ζωής ενός λαού, π.χ. το μίσος για ένα γειτονικό έθνος κρατούσε σε πολεμική ετοιμότητα ένα λαό, και αυτό τον έσωσε πολλές φορές από τη δουλεία. Η διαπίστωση αυτή μας βοηθά να εξηγήσουμε πότε και με ποιο τρόπο τα παραδοσιακά στοιχεία παίζουν ανασταλτικό ρόλο.
Οι αποδέκτες θεωρούν τα παραδοσιακά στοιχεία απόλυτα ορθά, τέλεια και επομένως αποτελεσματικά φτάνοντας και στην ακραία περίπτωση στείρας προγονολατρείας και σε ένα άκαμπτο συντηρητισμό.
Ενώ βλέπουν ότι μερικά δεν έχουν νόημα σήμερα, αρνούνται να τα αντικαταστήσουν με άλλα περισσότερα πρακτικά.  Τα θεωρούν ιερά και απαραβίαστα και δεν σκέφτονται και να τα κατακρίνουν και να διαπιστώσουν την ορθότητα τους. Στέκονται εμπόδιο μπροστά στην πρόοδο γιατί πιστεύουν ότι κάθε αλλαγή έχει σκοπό να την καταστρέψει και την πολεμούν.
Αντί να στρέφουν τα μάτια προς το μέλλον, γυρίζουν όλο και πιο πίσω στο παρελθόν.
Το συμπέρασμα που βγαίνει αποτελεί και την τρίτη θέση.  Η παράδοση είναι διαδικασία αγάπης και σύζευξης γνώσεων.
Τα στοιχεία τους είναι χρήσιμα ανάλογα με τον τρόπο που τα χρησιμοποιούν οι αποδέκτες τους.
Παράδοση =συνείδηση του λαού:
Όσο και αν φαίνεται παράξενο, η παράδοση είναι συνείδηση που κρίνει, επιλέγει και μεταφέρει από τα βάθη του παρελθόντος στοιχεία πολιτισμού, ενσωματώνοντάς τα στο σύγχρονο κάθε φορά είτε αυτούσια είτε κάπως αλλαγμένα.
Επομένως ό,τι καλό υπάρχει σήμερα, στο μεγαλύτερο μέρος του γεννήθηκε σαν ιδέα και πραγματοποιήθηκε στο παρελθόν.
Η διαδικασία της παράδοσης δίνει στους νεότερους την ευκαιρία να κάνουν κτήμα τους την ξένη εμπειρία ως κατασταλαγμένη γνώση.
Αρχαίο δράμα και παράδοση.
Κατ’ εμέ δεν είναι μικρή προσφορά αφού περιέχει μερικές τελικές όπως και προσωρινές λύσεις για βασικά προβλήματα της ζωής.  Έτσι η παράδοση γίνεται ένα ιερό στήριγμα για την αντιμετώπιση γνωστών δυσκολιών και κίνητρο για την προσέγγιση των νέων προβλημάτων.
Ταυτόχρονα η παράδοση πετυχαίνει τη σύζευξη του χρόνου που ο άνθρωπος συνήθισε να τον βλέπει τμηματικά.  Ετοιμάζει θα λέγαμε την είσοδο των λαών και των ατόμων στην αιωνιότητα.
Θα κλείσω με την πολύ όμορφη εικόνα που μας δίνει παραστατικά ο Πλούταρχος με τον τριπλό χορό των Σπαρτιατών που τον εκπροσωπούν τρεις διαδοχικές γενεές.  Η κάθε μια απαριθμεί τις δικές της αρετές και κατακτήσεις, και όλες μαζί σχεδιάζουν το μέλλον της πατρίδας τους.  Και η νέα γενιά υπόσχεται: “Εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροι σας”.

 

Ο λόγος είναι διάλογος
Στο διάλογο μάνας-κόρης και των δύο αδελφών Ηλέκτρα και Χρυσόθεμη αυτό που εισπράττουμε είναι πως οι σχέσεις μεταξύ τους είναι αλλοτριωμένες.
Αισθανόμαστε τη διαφορά τους, την απόσταση μεταξύ τους, την αντιπάθεια, την έχθρα, το μίσος και τη διαμάχη.
Τέτοιου είδους σχέσεις προκαλούν ανωμαλίες στην κοινωνική ζωή και τείνουν να διασπάσουν την ενότητα και να διαλύσουν τον κοινωνικό οργανισμό.
Αν προσέξουμε αυτού του είδους τις σχέσεις, θα διαπιστώσουμε ότι κοινό γνώρισμα έχουν τη διαφωνία και την έλλειψη ψυχικής επαφής.
Έτσι μπορούμε να πούμε με κάποιες επιφυλάξεις, ότι ο χαρακτήρας τους είναι αντιπνευματικός.  Και όλες έχουν την πηγή τους σε μια τραγική παρεξήγηση σχετικά με το ρόλο του άλλου που τη διαπίστωσε επιγραμματικά ο Ζαν Πολ Σαρτ με τη φράση “ο άλλος είναι η κόλαση μου”.
Ο Ρόλε Γκαρναντύ ύστερα από μια βαθύτερη διερεύνηση του προβλήματος έφτασε στην εκ διαμέτρου αντίθετη θέση: “ο άλλος είναι ο παράδεισος μου”.  Αφιέρωσε μάλιστα το βιβλίο του “Ανθρώπινος Λόγος” στην προσπάθεια να δείξει τη μεγάλη σημασία του διαλόγου.
Η ψυχανάλυση – αυτά είναι γνωστά σε όλους – χρησιμοποίηση αποτελεσματικά το διάλογο σαν μέσο για θεραπεία των ψυχικών ασθενειών.
Όταν έχουμε κάποια διαφορά με κάποιον συνάνθρωπο, τον διάλογο δεν είναι που προτείνουμε;  Επομένως γνωρίζουμε καλά το ρόλο του από προσωπικές εμπειρίες.
Ο διάλογος στην αρχαία τραγωδία
Τα κείμενα αυτά(της αρχαία δραματικής ποίησης) έχουν φτιαχτεί για να επιτρέπουν τον διάλογο.  Διότι όπως συναντάμε στο διάλογο Κλυταιμνήστρας-Ηλέκτρας και οι δύο τους μιλάνε για δίκαιο, νόμο.  Που βρίσκεται όμως η διαφορά;  Θα απαντήσω με ένα ιστορικό γεγονός.
Ο Κρίτωνας προτείνει στο Σωκράτη να δραπετεύσει από τη φυλακή.  Δικαιολογεί μάλιστα την πρόταση του με επιχειρήματα και προσπαθεί να πείσει το φίλο και δάσκαλο του να τη δεχτεί.  Ο Σωκράτης αρχίζει τη συζήτηση καλοπροαίρετα, χωρίς να αποπάρει το συνομιλητή του για την ανήθικη του πρόταση.  Η πρώτη κουβέντα που του λέει είναι: “Φίλε Κρίτωνα, η προθυμία σου αξίζει πολλά, αν είχε κάποια δόση ορθότητας”.
Η ορθότητα λοιπόν είναι που ενδιαφέρει τον Σωκράτη, τους τραγικούς ποιητές που καλούμαστε από τη μεριά μας να ελέγξουμε ως ακροατές αυτών των διαλόγων.  Αυτήν επιδιώκουν να διαπιστώσουμε με το διάλογο.
Ας μελετήσουμε το περιεχόμενο της έννοιας “διάλογος” με τη συσχέτιση προς το λόγο (μιας και οι έννοιες είναι συγγενείς και ετυμολογικά αλλά και νοηματικά).  Η πρόθεση “διά” σημαίνει το λόγο ανάμεσα σε δύο ή και περισσότερα άτομα. Ο λόγος είναι η έκφραση, η αποκάλυψη του ψυχικού μας κόσμου με τη βοήθεια της γλώσσας.  Η γλώσσα θεωρείται το όργανο της επικοινωνίας και ο λόγος είναι η πραγματοποίησή της με τρόπο λογικό.  Γιατί ο λόγος σημαίνει και αιτιολόγηση ορθή σκέψη. Ο διάλογος είναι πάντα καλοπροαίρετος αφού για να αρχίσει χρειάζεται καλή διάθεση.  Στίχος 554: Αλλά αν με αφήσεις, θα σου πω τα λόγια τα σωστά για τον νεκρό και για την αδερφή μου.  Στίχος 556: Σ’ αφήνω,  και αν με αυτό τον τρόπο αρχίζεις να μιλάς δεν θα’ τανε βαρύς ο λόγος σου στα αυτιά μου.
Το ερώτημα που τίθεται: Τα κείμενα των αρχαίων δίνουν λύσεις;
Τα κείμενα αυτά γράφτηκαν για να καλλιεργήσουν τον πολίτη, φτάνοντάς τον σε μια βαθύτατη συνειδητότητα.  Τα κείμενα αυτά είναι δομημένα για να μπορέσουν να συγκρουστούν οι ιδέες.  Εμείς από τη μεριά μας πέρνουμε το μεγαλύτερο μάθημα δημοκρατίας.

 

Το κοινό αναρωτιέται αν ο Ορέστης είχε δίκαιο να σκοτώσει τη μητέρα του, και περιμένει από τον ποιητή να του δώσει μια απάντηση
Ο Σοφοκλής και οι άλλοι τραγικοί ποιητές μπορεί και να μην πρόσφεραν πάντα κάτι τέτοιο (δοσμένη απάντηση).
Στον Όμηρο βρίσκουμε αρκετές αναφορές στην εκδίκηση που πήρε ο γιος για το φόνο του Αγαμέμνονα.
Οι Ολύμπιοι Θεοί θεωρούν το φόνο του Αίγισθου ως παραδειγματική πράξη υιικής αφοσίωσης.  Δεν λένε πολλά για το θάνατο της Κλυταιμνήστρας.
Στον Αισχύλο αρκετοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως ο ποιητής παίρνει στάση θετική απέναντι στην μητροκτονία, αφού τελικώς αθωώνεται γιατί η πράξη του ήταν αναγκαία για τη διατήρηση της κοινωνίας.
Ο Αισχύλος φτιάχνοντας το έργο “Ευμενίδες”, αθώωσε τον Ορέστη όχι γιατί δεν τον καθιστά υπεύθυνο αλλά για να σταματήσει ο φαύλος κύκλος.  Ο κύκλος του αίματος. Όπως είχαμε αναφέρει σε προηγούμενο κεφάλαιο σχετικά με την αντίληψη του Παλαιού Δικαίου (ΔΙΚΗ), ο φονιάς έπρεπε να τιμωρηθεί από έναν άλλο φονιά.  Οφθαλμός αντί οφθαλμού….
Ο Αισχύλος τοποθετώντας το Δικαστήριο στο τελευταίο έργο της τριλογίας, σταματά αυτήν την αλληλοεξόντωση και λέει:
Σταματήστε να σκοτώνετε ο ένας τον άλλο, η δικαιοσύνη είναι αυτή που θα δικάζει τους εγκληματίες.  Πρόεδρος αυτής της δίκης είναι η κατ’ εξοχήν θεά της Σοφίας και της Δικαιοσύνης, κόρη του Διός,θεά Αθηνά.  Ο Ευριπίδης διαμετρικά αντίθετος από τον Αισχύλο στο έργο του “Ηλέκτρα”, οι ήρωες Ηλέκτρα και Ορέστης έχοντας διαπράξει το έγκλημα της μητροκτονίας, δεν μπορούν να βρουν ικανοποίηση σε αυτήν την πράξη εκδίκησης.
Υπήρξαν ποιητές,όπως ο Στησίχορος (λυρικός ποιητής) που δεν αναγνώρισε κανένα ηθικό πρόβλημα στη μητροκτονία.  (Στο μέτρο που μπορούμε να διακρίνουμε από τα ελάχιστα σωζόμενα αποσπάσματα από την Ορεσ… του Στησίχορου, ο ποιητής φαίνεται να εξυμνεί την πράξη και να την χαρακτηρίζει νίκη των καταπιεσμένων κατά των καταπιεστών.
Ο Σοφοκλής σίγουρα δεν θα μπορούσε να αγνοήσει το θάνατο της Κλυταιμνήστρας, πόσο μάλλον να τον παραλείψει.  Τελικά ο Σοφοκλής που συμφωνεί;
1.   Με τον Αισχύλο και να δικαιώσει την εντολή του Απόλλωνα, ως οφειλόμενη αφενός στα ανώτερα καθήκοντα που έχει ένας γιος προς τον πατέρα του, παρά προς τη μητέρα του;
2.   Συγκατατάσσεται με τον Ευριπίδη και τοποθετεί τα ανθρώπινα πάθη (συναισθήματα) πάνω από τους Θεούς;
Ίσως μπορεί να ακολουθεί ένα δικό του δόμο θέλοντας να ανακαλύψει μια νέα λύση.
Ο Ορέστης έχει να αντιμετωπίσει ένα δίλημμα. Να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του, όπως προστάζει η θεϊκή επιταγή (Απόλλων) ή να σεβαστεί τη μητέρα του που κατά τον Πλάτωνα η μητροκτονία κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες θεωρείται πράξη τερατώδης.  Πίστευε δε (ο Πλάτων) ότι δεν υπάρχει τιμωρία άξια για μια τέτοια πράξη. Είναι πράξη αδικαιολόγητη ακόμα και αν ο δολοφόνος δρούσε υπό  το κράτος ανεξέλεγκτου πάθους.
Ο Σοφοκλής μπορεί να μην προσφέρει λύση Αισχυλικού τύπου, ούτε βάζει τους ήρωες να συζητούν πάνω στο δίκαιο ή στο άδικο της εκδίκησης, όμως ένα πλήθος υπαινιγμών μέσα στο δράμα μας παρακινεί να σκεφτούμε πολύ πάνω στις συνέπειες του δράματος αυτού.
Συνέπειες παρουσιασμένες δραματικά, για να καταλήξουμε στο κυρίως θέμα: Τι πράττουν και τι λέγουν οι δραματικοί χαρακτήρες.
Το συμπέρασμα ίσως μπορεί να μην είναι ξεκάθαρο (όπως εκείνο του Αισχύλου), είναι όμως ικανοποιητικό.
Ένα-ένα τα δραματικά πρόσωπα του έργου μας δείχνουν την προσδοκία τους στο να βοηθήσουν οι Θεοί στην εκδίκηση (στίχοι 82, 110-118, 173-175, 411, 626, 637-659, 792, 825).  Όλοι αυτοί οι ήρωες πιστεύουν πως η θεϊκή βοήθεια θα παραχθεί γιατί οι Θεοί γίνονται τιμωροί και προστάτες των δολοφονημένων.  Ο Σοφοκλής θα λέγαμε χτίζει με προσοχή την υπεράσπιση της υπόθεσης του μητροκτόνου, και αυτό γιατί τη θεωρεί ηθική/θρησκευτική και νομική.
Την απαιτεί άλλωστε η ανθρώπινη δικαιοσύνη εγκριμένη από τους Θεούς.
Ο Ευριπίδης θέτει ένα σοβαρό ερώτημα:
“Είναι όντως ορθό κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να σκοτώσει κάποιος τη μητέρα του, και γιατί;”
Αν πράγματι η Κλυταιμνήστρα πρέπει να πεθάνει, δεν θα μπορούσε ο δράστης του φόνου της να είναι κάποιος άλλος;
Στο έργου του ο Σοφοκλής μας παρουσιάζει μια Ηλέκτρα η οποία όταν μαθαίνει την ψεύτικη είδηση του θανάτου του Ορέστη, η ίδια παίρνει τη μεγάλη απόφαση να ολοκληρώσει μόνη της την εκδίκηση.
Όμως τελικά βλέπουμε τον Σοφοκλή να ξεφεύγει από αυτή την έκβαση.  Γιατί άραγε; Γιατί ο δημιουργός αλλάζει την έκβαση των πραγμάτων;  Δεν μπορεί η Ηλέκτρα λόγω φύσης να φέρει σε πέρας τη θεϊκή βούληση;
Το ζεύγος που διέπραξε τη δολοφονία τέθηκε υπεράνω του νόμου διότι δεν αρκέστηκε σε αυτό (στο έγκλημα δηλαδή), αλλά σφετερίστηκε την εξουσία.  Ο ίδιος λοιπόν ο νόμος (που όπως καταλαβαίνουμε έφτιαξαν οι ίδιοι όντας κυβερνήτες του κράτους), δεν μπορεί να λειτουργήσει εναντίον τους.
Συνεπώς το καθήκον της εξόντωσης τους δεν μπορεί να προέλθει εκ των έσω, αλλά τα πρόσωπα που βρίσκονται πέραν του ελέγχου τους μπορούν να φέρουν την αλλαγή.
Όταν η εξουσία βρίσκεται στα χέρια αυτών που δεν σέβονται το νόμο, η δικαιοσύνη θα μπορέσει να αποκατασταθεί μόνο από πρόσωπα που έχουν τη θέληση και το χρέος να πράξουν αυτό που θα μπορούσε φυσικά να θεωρηθεί έγκλημα.
Ο Σοφοκλής καταλήγει σε αυτό το αποτέλεσμα έχοντας ήδη δημιουργήσει το χαρακτήρα της Κλυταιμνήστρας, μιας γυναίκας η οποία έχει πάψει πια να είναι μητέρα.  Έφτιαξε δηλαδή το χαρακτήρα της με τέτοια τρόπο ώστε ο Ορέστης να μην οφείλει να αισθάνεται μεγάλες τύψεις επειδή τη σκοτώνει.
Η Ηλέκτρα εκφράζει την άποψη – σύμφωνα πάντα με το κείμενο – πως έχει πάψει να θεωρεί μάνα την Κλυταιμνήστρα, εφόσον οι πράξεις της δεν έχουν τίποτα το μητρικό.  Συνοψίζοντας θα λέγαμε πως δεν έχει καμιά αξίωση για τη στοργή και το σεβασμό των παιδιών της.  Και αυτό γιατί:
1.   Σκότωσε τον Αγαμέμνονα.
2.   Έγινε σφετεριστής της εξουσίας.
3.   Έχει άρει τον εραστή της στο αξίωμα που είχε ο δολοφονημένος Αγαμέμνονας.
4.   Ο Αιγισθος κάθεται στο θρόνο του νεκρού.
5.   Φορά τα ρούχα του Αγαμέμνωνα.
6.   Κάνει χοές στην εστία που δολοφονήθηκε ο Αγαμέμνονας και κοιμάται στο κρεβάτι του.
7.   Η Κλυταιμνήστρα οργανώνει μηνιαίες γιορτές εις ανάμνηση του φόνου. Εξυμνεί με λίγα λόγια το έγκλημα της.  Φτάνει να κακομεταχειρίζεται όχι όλα της παιδιά, αλλά εκείνα που εκφράζουν διαφορετική άποψη, ως προς την συμπεριφορά τους και τη στάση τους.
Καταλαβαίνουμε ότι η Δημοκρατία ως προς το περιεχόμενο της έχει καταλυθεί. Ένα άλλο στοιχείο της κακής συμπεριφοράς ως προς τα παιδιά της είναι το εξής:  Η Κλυταιμνήστρα μόλις μαθαίνει πως ο Ορέστης πέθανε, η αγάπη της μητέρας παλεύει με το φόβο και το μίσος.
Αλλά στη μάχη που δίνεται μέσα της, υπερισχύει το κακό. Πιστεύει ότι τώρα πιο μπορεί να περάσει τις επόμενες μέρες της εν ειρήνη, απαλλαγμένη και ανακουφισμένη από την απειλή που την τυραννούσε.
Η κατάσταση που ο Σοφοκλής έχει δημιουργήσει είναι μια κατάσταση όπου το άδικο έχει φτάσει στα έσχατα όρια.
Η Ηλέκτρα συνειδητοποιεί πως έχει φτάσει σε μια στάση λανθασμένη αλλά τη θεωρεί αναπόφευκτη.  Οι περιστάσεις δεν της αφήνουν άλλα περιθώρια.  Η Ηλέκτρα και ο Ορέστης είναι αναγκασμένοι να διαπράξουν το έγκλημα εξαιτίας της φρικτής κατάστασης που δημιουργήθηκε από το αρχικό έγκλημα.
Ο Σοφοκλής σίγουρα αποδέχεται το κακό.  Δεν προσπαθεί επουδενί να το μειώσει αλλά το καθήκον είναι αναγκαίο και δίκαιο.  Η τρομακτική αυτή κατάσταση μόνο με τέτοια μέσα μπορεί να διορθωθεί.
Θα κλείσω το κεφάλαιο αυτό με την απάντηση στο ερώτημα που μου τέθηκε από ηθοποιό.  Γιατί το έργο ονομάζεται Ηλέκτρα και όχι Ορέστης, αφού τελικά αυτός είναι που και σκοτώνει τους δύο σφετεριστές,αλλά και αυτός είναι που θα αναλάβει τα ινία της εξουσίας.
Την πολυετή παρουσία του κακού την έχει βιώσει η Ηλέκτρα και όχι ο Ορέστης.
Θα σας παραθέσω τον παρακάτω διάλογο για να απαντήσω στο ερώτημα σας και εκθέτω την άποψη μου ως σκηνοθέτης για το πώς βλέπω την Ηλέκτρα Λαός, γιατί αλλού αναφέρεται επίσης και με το όνομα ΛΑΟΔΙΚΗ.
Ορέστης: Δεν μπορώ να κρατήσω τη γλώσσα μου πια….. Εσύ είσαι το περιβόητο πρόσωπο της Ηλέκτρας;
Ηλέκτρα: Ετούτο που κατάντησε έτσι.
Ορέστης: Αλίμονο!  Δύστυχη!  Τι μαύρη συμφορά…. Ρήμαξες σώμα, μ’ άτιμο και άθεο τρόπο.
Ηλέκτρα: Αφού συντροφεύω φονιάδες.
Ορέστης: Ποιανού;
Ηλέκτρα: Του πατέρα και τους δουλεύω με τη βία.
Ορέστης: Ποιος στην ανάγκη σε ωθεί;
Ηλέκτρα: Μάνα τη λένε.  Μάνα όμως δεν είναι.
Ορέστης: Τι κάνει.  Με ντροπές ή απλώνει χέρια;
Ηλέκτρα: Με χέρια,με ντροπές και μ’ άλλα τόσα.
Ορέστης: Κανείς δεν σου συμπαραστέκεται;
Ηλέκτρα: Κανείς.