Ανάλυση: Τι έδειξε η συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ

 

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Η γενική αντίληψη στον Τύπο από τη συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ είναι ότι «έλιωσε ο πάγος». Ότι οι δύο ηγέτες έδειξαν σημάδια επιθυμίας για συνεννόηση. Ότι έστειλαν μήνυμα προς τους αμφίπλευρα αδιάλλακτους.

Από τη μία πλευρά. Από την άλλη ο διεθνής, αλλά και ο ελληνικός Τύπος, κατέγραψε την αποφασιστικότητα της Γερμανίας να επιβάλει «μεταρρυθμίσεις και ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς».

Καλώς ήλθατε στο κλαμπ!

Είναι κανείς που να μην γνωρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει στηθεί και λειτουργεί ακριβώς πάνω στην σταθερά της συναίνεσης, της συνεννόησης και της ομοφωνίας;
Είναι η ίδια η λογική του «βέτο» χάρις στο οποίο έχει γίνει κατορθωτό τα τελευταία εξήντα χρόνια να υπάρχει και να δρα ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Χωρίς το δικαίωμα του «Βέτο» δεν θα μπορούσε ο ΟΗΕ να αντέξει, ως παγκόσμιος Οργανισμός, πάνω από μερικές εβδομάδες!

Η δε “επιθυμία” να “εκσυγχρονιστεί”  η ελληνική οικονομία, αυτή και εάν ήταν εξ αρχής γνωστή και απαιτητή από τους εταίρους…

Επομένως, το καλό κλίμα και η διάθεση συνεννόησης από γερμανικής πλευράς –και γενικά από τους ευρωπαίους εταίρους- όφειλε να προεξοφλείται. Η είδηση είναι ότι στην τακτική αυτή φαίνεται να προσχώρησε και ο Αλέξης Τσίπρας. Και αυτό είναι «καλή είδηση»…

Ο κ. Τσίπρας αναγνώρισε ότι πρέπει να γίνει διάλογος για να καταλάβει η μία πλευρά τις θέσεις και τις απόψεις της άλλης.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε, ακόμη, ότι επιθυμεί να αποφύγει τη διεύρυνση των διαχωρισμών στην ευρωζώνη, κάλεσε τους Γερμανούς και τους Έλληνες να αποφεύγουν τα στερεότυπα και δήλωσε ότι οι ξένοι δεν ευθύνονται για όλα τα προβλήματα της Ελλάδας. Επιτέλους! Κάτι άρχισε να αλλάζει. Αν, μάλιστα, πρόσθετε πως για το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων φταίμε αποκλειστικά εμείς οι Έλληνες, θα είχε κάνει πραγματικό άλμα προς την αλήθεια, άξιο για χρυσό μετάλλιο.

Ο κ Τσίπρας για πρώτη φορά ανακάλυψε και θετικά πράγματα μέσα στα μνημόνια ενώ αναγνώρισε επίσης ότι “το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης ήταν μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια προσαρμογής, αλλά κατά την άποψή μας, δεν ήταν μια ιστορία επιτυχίας”.

Ασφαλώς και δεν ήταν, στον βαθμό, τουλάχιστον, που θα έβγαζε τη χώρα από τα αδιέξοδα. Αν ήθελε κάποιος να αναζητήσει ευθύνες για την «μη επιτυχή» κατάληξη του ενός και του άλλου μνημονίου, ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα απέφευγαν ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης! Ίσως και μεγαλύτερο από την «ατολμία» της Κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου να προχωρήσει στην σωστή υλοποίηση ΟΛΩΝ όσων προέβλεπαν τα μνημόνια.

Αν εξ αρχής με αποφασιστικότητα, αλλά και πανεθνική συνεννόηση (βλέπε Πορτογαλία), εφαρμόζαμε το πρώτο μνημόνιο, δεν θα χρειάζονταν το δεύτερο. Οπωσδήποτε όχι στην έκταση που δραματικά το βιώσαμε. Θα είχαμε αποφύγει δε σαφώς τον κίνδυνο να βιώσουμε ενδεχομένως και τρίτο μνημόνιο!

Η δε παραδοχή του Αλέξη Τσίπρα πως “προσπαθούμε να βρούμε κοινό έδαφος για να καταλήξουμε σύντομα σε συμφωνία σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και για την εκταμίευση των κεφαλαίων που χρειάζεται”, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη του κραυγαλέου λαϊκισμού με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές  διακηρύσσοντας πως «από την πρώτη ημέρα σκίζουμε τα μνημόνια, καταργούμε τους μνημονικούς νόμους,  σταματάμε τις ιδιωτικοποιήσεις, διώχνουμε τους Κινέζους από το λιμάνι»…

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η αποφυγή από πλευράς Μέρκελ να αναφερθεί σε πρωτογενή πλεονάσματα, όπως προέβλεπε το Μνημόνιο, αποτελεί διαπραγματευτικό κέρδος.  Αλλά, μετά την τροπή που πήρε η ελληνική οικονομία με αφορμή την Προεδρική εκλογή και τις γενικές εκλογές που ακολούθησαν έως και μέχρι σήμερα, είναι κανείς που να πιστεύει ότι οποιοσδήποτε σώφρων άνθρωπος θα ανέμενε να υπάρξουν «πρωτογενή πλεονάσματα»; Εδώ μέσα σε δύο μήνες φθάσαμε να έχουμε χρήματα «μόνο για τον μήνα Απρίλιο»!

Σε κάθε περίπτωση, η Αγγελα Μέρκελ παρέπεμψε στους θεσμούς. Δηλαδή έδειξε προς το Eurogroup περιμένοντας να δει το κοστολογημένο πρόγραμμα. Εκεί κρίνονται όλα!

Η αναφορά του Έλληνα Πρωθυπουργού στο θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων, μπορεί να «ενόχλησε» το Βερολίνο, μένει να δούμε, όμως, εάν «βόηθησε» την Ελλάδα. Για να γίνει αυτό, πρέπει ο Αλέξης Τσίπρας να εξηγήσει τι ακριβώς εννοούσε με τον όρο ότι το θέμα είναι ηθικό και δεν αφορά τα χρήματα…

Δηλαδή, αρκεί η Γερμανία να αναγνωρίσει ότι μας …έβλαψε και να μας ζητήσει δημοσίως συγγνώμη; Αυτό είναι η «διεκδίκηση»; Γι αυτό κάνει λογαριασμούς ο Μανώλης Γλέζος, πόσες οι ζημιές, πόσο το δάνειο, πόσο οι κλεμμένοι θησαυροί; Γι αυτό οι έρευνες στα απόρρητα αρχεία όσων αγωνίζονται για να πληρώσει η Γερμανία τις οφειλόμενες αποζημιώσεις στα αθώα θύματα της θηριωδίας;

Όλοι αυτοί δηλαδή που είδαν τους ανθρώπους τους να οδηγούνται στο εκτελεστικό απόσπασμα, στο  Δίστομο αλλά και σε ΟΛΕΣ τις ελληνικές περιοχές που ισοπεδώθηκαν από τις χιτλερικές ορδές, αυτό περιμένουν; Ένα απλό «συγγνώμη»;

Ας μην γελιόμαστε. Οι διαφορές παραμένουν και μεγάλες και αγεφύρωτες. Η ευρωπαϊκή αδιαλλαξία «χτίστηκε» πάνω στο λαϊκισμό της Κυβέρνησης. Ιδιαίτερα πάνω στο ξεχωριστό στιλ του κ. Βαρουφάκη. Ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για να λειτουργήσει ως κυματοθραύστης των πρώτων ευρωπαϊκών αντιδράσεων.

Πλησιάζει, ωστόσο, η ώρα του μεγάλου ναι ή του μεγάλου όχι.

Η ώρα των συγκεκριμένων αποφάσεων.

Τα ταμεία είναι άδεια και οι μέρες τρέχουν.

Η Άγγελα Μέρκελ ήταν απόλυτη: Αρνήθηκε να λύσει το θέμα της ρευστότητας. Παρέπεμψε στους «θεσμούς». Δηλαδή στην τρόικα. Οι αποφάσεις, είπε, λαμβάνονται στο Euro group.

Και το Euro group θέλει «αποδείξεις και ονόματα».

Επομένως, καλή η πρόσκληση, καλό το ταξίδι, καλή η προσπάθεια Τσίπρα, αλλά δεν θα αποδώσουν όλα αυτά εάν δεν αποφασίσει ο πρωθυπουργός ότι η περίοδος που «κέρδιζε εσωκομματικό χρόνο» πέρασε. Τελείωσε. Τώρα έχει μπροστά του ΜΟΝΟΝ αποφάσεις. Αποφάσεις που για να είναι αποτελεσματικές, λυτρωτικές και επιτυχείς, θα πρέπει να είναι και γενναίες πολιτικά.

Εάν τις τολμήσει, και ηγέτης θα αποδείξει ότι είναι και η αντιπολίτευση θα πρέπει να τον βοηθήσει να ξεπεράσει τους εσωκομματικούς τριγμούς και αλαλαγμούς, έστω και εάν ο ίδιος ποτέ δεν συνέδραμε ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης την προηγούμενη κυβέρνηση.

Οι ώρες είναι κρίσιμες.  Ίσως η καλύτερη λύση θα ήταν μια οικουμενική κυβέρνηση Εθνικής σωτηρίας. Επειδή, όμως, κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται, τουλάχιστον αυτήν την ώρα, ας συνεννοηθούν ατύπως να σώσουν όλοι μαζί την Ελλάδα.

Η ιστορία θα αποδώσει και τον έπαινο και τις ευθύνες εκεί όπου θα ανήκουν.