Ελληνική Γλώσσα και τα προβλήματα των Ελληνικών Σχολείων εξωτερικού I

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Η Διαδικτυακή συζήτηση για την ελληνική Παιδεία στο εξωτερικό, προβλήματα, προτάσεις και προοπτικές,  που οργάνωσε τo Τμήμα HJ-10 Pericles της AHPEPA-ΕΛΛΑΣ στις 7 Απριλίου 2922, έφερε στο φως μερικά από τα σοβαρά προβλήματα που απασχολούν τον χώρο της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης των νεαρών ομογενών μας στο εξωτερικό. Προβλήματα που διαφέρουν από κράτος σε κράτος, όπου υπάρχουν εγκατεστημένες ελληνικές ομογενειακές παροικίες. Και ανέδειξε την ανάγκη το ελληνικό Κράτος να ασχοληθεί σοβαρά με το ζήτημα αυτό, εάν θέλουμε να μην αφομοιωθεί μακροπρόθεσμα ο ελληνισμός του εξωτερικού από τις κοινωνίες των χωρών υποδοχής.

Η PanHellenic Post θα παρουσιάσει τις ομιλίες και τις προτάσεις των ομογενών ειδικών-ομιλητών οι οποίοι έχουν άμεση γνώση του μεγάλου αυτού θέματος, έτσι όπως ακούστηκαν στην εκπομπή της ΑΗΕΡΑ, με συντονιστή τον δημοσιογράφο Χρήστο Μαλασπίνα.

Σήμερα παρουσιάζουμε την τοποθέτηση του κ. Χρήστου Κλαίρη, Ομότιμου καθηγητή γενικής γλωσσολογίας στη Σορβόννη, Πανεπιστήμιο του Παρισιού, Αντιπροέδρου της Διεθνούς Εταιρείας Λειτουργικής Γλωσσολογίας (SILF), Αντιπροέδρου τού Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Πολυγλωσσίας (OEP).

Θα ακολουθήσει αύριο η ομιλία της κυρίας Σέτας Θεοδωρίδου, Προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας Παρισιού και Περιχώρων.

Αυτούσια η ομιλία Χρήστου Κλαίρη:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Ευχαριστώ για την ευκαιρία που μού δόθηκε να συμμετέχω στη σημερινή συζήτηση.

Α   Όσον αφορά την ελληνική γλώσσα επιθυμώ να θυμίσω και να επαναλάβω την πρόταση που έκανα στην ομιλία μου τής 9ης Φεβρουαρίου, ημέρας που έχει θεσπιστεί για τον εορτασμό τής γλώσσας μας. Η εκδήλωση είχε οργανωθεί από την Πρεσβεία μας στην Τσεχία και από την «Τσεχική Εταιρία Νεοελληνικών Σπουδών». Ως γνωστόν εμπνευστής τής ημέρας αυτής είναι ο συνάδελφος καθηγητής Γιάννης Κορίνθιος, ο οποίος πρότεινε, το 2014, την αναγνώριση τής 20ης Μαΐου, ημέρα γέννησης τού Σωκράτη, αρχικά με νόμο από την Ελλάδα και την Κύπρο και μετά απο τον ΟΗΕ ως «Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνοφωνίας και Ελληνικού Πολιτισμού.» Αντ’αυτού καθιερώθηκε με «Κοινή Υπουργική Απόφαση», και όχι με νόμο, η 9η Φεβρουαρίου, ημέρα θανάτου τού Σολωμού ως «Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας» και όχι ως «Παγκόσμια Ημέρα Ελληνοφωνίας και Ελληνικού Πολιτισμού.».

Η Κοινή Υπουργική Απόφαση τής 24ης Απριλίου 2017 υλοποιήθηκε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο 2018.

Η πρότασή μου έγκειται στο εξής :

Πρώτον, στην ενεργοποίηση τής αρχικής πρότασης τού Γιάννη Κορίνθιου. (Ο ίδιος μπορεί να την διευκρινίσει κατάλληλα).

Και  δεύτερον στην πραγματοποίηση σχετικής διαβούλευσης για την ψήφιση νόμου με την προοπτική να ακολουθήσει ανάληψη πρωτοβουλιών για την αναγνώριση από την ΟΥΝΕΣΚΟ και ενδεχομένως από άλλους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, τής Ελληνικής γλώσσας και τού κλασικού ελληνικού πολιτισμού ως άυλης κληρονομιάς τής ανθρωπότητας.

Οι ιδιαιτερότητες τής ελληνικής γλώσσας, που διετύπωσα στην ομιλία μου τού περασμένου Φεβρουαρίου επιτρέπουν εύλογα και άνετα ένα τέτοιο αίτημα.

Θυμίζω ωστόσο ότι:

Η γλώσσα, κάθε γλώσσα, είναι άρρηκτα συνυφασμένη με τον ανθρώπινο βίο, με την ανθρώπινη ζωή. Μέσα στην γλώσσα που χρησιμοποιεί κάθε κοινωνικό σύνολο, κάθε  λαός, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις περισσότερες πολιτισμικές αξίες και ιδιαιτερότητες που μας επιτρέπουν να τον αναγνωρίσουμε. Η γλώσσα κάθε λαού αποτελεί το σπουδαιότερο πολιτισμικό μνημείο πάνω στο οποίο βρίσκεται ανεξίτηλα αποτυπωμένη όλη η ιστορία του. Πάνω στη γλώσσα σμιλεύεται η ιστορία κάθε λαού.

Β   Όσον αφορά τα προβλήματα των ελληνικών σχολείων τού εξωτερικού θέλω να σημειώσω καταρχήν δύο πράγματα:

          Πρώτον, ότι μια μεγάλη ποικιλία καταστάσεων και προβλημάτων χαρακτηρίζει αυτά τα σχολεία και ότι, επομένως, κάθε περίπτωση χρειάζεται ιδιαίτερη αντιμετώπιση. Ο πληθυσμός και η οργάνωση τής εκάστοτε ελληνικής κοινότητας, η νομοθεσία τής οικείας χώρας και άλλοι σημαντικοί τοπικοί παράγοντες διαφοροποιούν τις απαιτούμενες φροντίδες για την αντιμετώπιση τής ποικιλίας των προβλημάτων.

Τα προβλήματα π.χ. των σχολείων τού Παρισιού, τα οποία γνωρίζει άριστα και αντιμετωπίζει με λαμπρή αποτελεσματικότητα η πρόεδρός μας κυρία Σέτα Θεοδωρίδου, είναι σίγουρα πολύ διαφορετικά από αυτά των ελληνικών σχολείων τής Αυστραλίας, τα οποία γνωρίζει άριστα ο φίλος συνάδελφος κύριος Αναστάσιος Τάμης, και επίσης διαφέρουν από τα προβλήματα των σχολείων των ΗΠΑ στα οποία υποθέτω θα αναφερθεί ο συνομιλητής μας κύριος Δημοσθένης Τριανταφύλλου.

Δεν θα ήθελα να ξεχάσουμε την ιδιαιτερότητα των ομογενειακών σχολείων μας τής Κωνσταντινούπολης, τα οποία διέπονται από τη συνθήκη τής Λωζάνης και των οποίων τα προβλήματα μού είναι γνωστά από πρώτο χέρι, χάρη στην πολίτικη καταγωγή μου.

Δέυτερον θέλω να σημειώσω ότι από τα πολλαπλά προβλήματα, όπως π.χ. η εξεύρεση στέγης, προσωπικού, οι σχέσεις με τους γονείς, το θέμα των ωραρίων, και και… εγώ θα αναφερθώ σύντομα και μόνον στην αντιμετώπιση τής διδασκαλίας τής ελληνικής γλώσσας. Να θυμίσω, αμέσως, ότι η ελληνομάθεια, συγκεκριμένα η κατάκτηση και διατήρηση τής ελληνικής γλώσσας, συνάδει με τη διατήρηση τής ελληνικής ταυτότητας.

Σχετικά με τη διδασκαλία τής ελληνικής γλώσσας, κάτι που θέλω να τονίσω με έμφαση και ως γλωσσολόγος, δηλαδή ως καθ’ύλην αρμόδιος, είναι ότι η διδασκαλία μιάς γλώσσας, μιας οποιασδήποτε γλώσσας, διαφέρει ουσιαστικά εάν πρόκειται να διδαχτεί ως μητρική γλώσσα ή ως ξένη γλώσσα. Η διαφοροποίηση αυτή είναι άκρως σημαντική γιατί οι διδάσκοντες πρέπει να είναι ανάλογα καταρτισμένοι και εφοδιασμένοι με το κατάλληλο υλικό που θα τους βοηθήσει στην επιτυχία τής αποστολής τους. Δεν αρκεί να έχει σπουδάσει κανείς φιλόλογος στην Ελλάδα για να τον στείλουμε να διδάξει ελληνικά στα σχολεία τής Πόλης ή τής Γαλλίας ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Χρειάζεται μια συμπληρωματική γλωσσολογική και παιδαγωγική κατάρτιση και μια συνεχής επιμορφωτική υποστήριξη.

Γενικότερα είναι πάρα πολύ χρήσιμο ο διδάσκων να έχει μια γεύση γλωσσολογίας ώστε να ξέρει πως λειτουργεί μια γλώσσα, ποιοι είναι οι αρμοί της, ποιες οι στρατηγικές επικοινωνίας επιτρεπτές από μια συγκεκριμένη γλώσσα, πως αλληλοεπηρεάζονται, κλπ.

Εμείς, ο φίλος συνάδελφος Γεώργιος Μπαμπινιώτης και εγώ, αφιερώσαμε δώδεκα χρόνια πρωτογενούς έρευνας για να συντάξουμε μια Γραμματική τής Νέας Ελληνικής, 1200 σελίδες, αξιοποιώντας τις κατακτήσεις τής σύγχρονης γλωσσικής επιστήμης. Ο βουλόμενος μπορεί να αντλήσει ό,τι χρειάζεται για να ανακαλύψει και μεταδώσει τα μυστικά τής γλώσσας μας.

Νομίζω, από τη γενικότερη και πολυετή πείρα που έχω από πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης τής Ελλάδας, ότι, για την διδασκαλία τής ελληνικής στα σχολεία τού εξωτερικού, πολλές βελτιώσεις επιδέχονται να γίνουν. Ενα από τα μόνιμα παράπονα των διδασκόντων σε όλα τα εκπαιδευτικά σεμινάρια που έτυχε να πάρω μέρος είναι ακριβώς η έλλειψη κατάλληλων βοηθημάτων και η έλλειψη παιδαγωγικής συμπαράστασης στο έργο τους.

Στη διδασκαλία μιας γλώσσας τεράστια σημασία έχει το ζεύγος γλωσσών που έρχονται σε επαφή, δηλαδή ποια γλώσσα πρόκειται να διδαχτεί σε κάποιον που έχει μια άλλη γλώσσα ως μητρική.  Είναι άλλο πράγμα εάν πρόκειται να διδάξουμε ιταλικά σε κάποιον που έχει ως μητρική την ισπανική και άλλο σε κάποιον που έχει ως μητρική την κινεζική. Όπως επίσης είναι άλλο πράγμα εάν πρόκειτα να διδάξουμε ελλήνικά σε κάποιον που έχει ως μητρική την τουρκική ή την ρωσική ή την γιαπωνέζικη κοκ.

Ξέρουμε ότι αυτό που χαρακτηρίζει τα ελληνικά σχολεία τού εξωτερικού είναι η έντονη ανομοιογένεια των μαθητών και των εξωγλωσσικών καταστάσεων. Συνήθως έχουμε μαθητές

α) των οποίων και οι δύο γονείς είναι ελληνόφωνοι,

β) των οποίων μόνον ο πατέρας μιλάει ελληνικά,

γ) των οποίων μόνον η μητέρα μιλάει ελληνικά, γιατί όχι και

δ) των οποίων των κανείς γονιός δεν μιλάει ελληνικά (αραβόφωνα Κων/λης).

Μεγάλη σημασία έχει επίσης ποια είναι η κυρίαρχη γλώσσα τής χώρας και ποια είναι η γλώσσα τού γονιού που δεν μιλάει ελληνικά.

Συμπερασματικά θα έλεγα και χωρίς μα μπω σε λεπτομέρειες ότι επειδή το πρόβλημα τής ελληνομάθειας είναι ζωτικό, επειδή είναι εκ των ων ουκ άνευ για την διατήρηση τή ελληνικότητας, χρειάζεται μια πολύ μεγαλύτερη και ουσιαστική επένδυση από το Υπουργείο Παιδείας τής Ελλάδας. Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσει η Πολιτεία την τεράστια σημασία τής ελληνικής γλώσσας και να πάρει τα ανάλογα μέτρα.

 

ΡΗΡ: Αύριο η ομιλία της κυρίας Σέτας Θεοδωρίδου