Η “Μπουμπουλίνα της Ομογένειας” γλύτωσε την εκτέλεση από τους Γερμανούς ναζί

Στα χρόνια του πολέμου του ’40, η Αλεξάνδρα Λαζίδου κινδύνευσε να εκτελεστεί, όταν ένας Γερμανός ναζί της έβαλε το πιστόλι του στο κεφάλι της. Σώθηκε την τελευταία στιγμή. Και στα μεταπολεμικά χρόνια, όταν ήταν μια όμορφη κοπέλα, «ευτύχησε», όπως είπε, να περιποιηθεί στο κομμωτήριο και οίκο αισθητικής της Θεσσαλονίκης, όπου δούλευε, την αξέχαστη «τραγουδίστρια της Νίκης», που εμψύχωνε τους στρατιώτες και το έθνος μας, Σοφία Βέμπο.

Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες της επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940, η Αλεξάνδρα Λαζίδου θέλει να ακούει τα αθάνατα τραγούδια της Βέμπο, «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του», «Κορόιδο Μουσολίνι», «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά».

Η Αλεξάνδρα Λαζίδου, την οποία κάποτε σε επίσημο δείπνο με εκατοντάδες κόσμου ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής, Ιάκωβος, είχε αποκαλέσει «Μπουμπουλίνα της Ομογένειας», έχει βαθιά μέσα στην καρδιά και την ψυχή της την Ελλάδα, υποστηρίζοντας κάθε τι που έχει σχέση με τη γενέτειρα, την Εκκλησία, την Ελληνική Παιδεία και την Ομογένεια.

Τα δύσκολα εκείνα χρόνια του πολέμου, η Αλεξάνδρα Λαζίδου ήταν μικρούλα και ζούσε στην Καστοριά. Θυμάται, όμως, αρκετά από την εποχή εκείνη.

Αναφερόμενη στις πρώτες στιγμές που κηρύχτηκε ο πόλεμος, η κ. Λαζίδου, η οποία ζει σήμερα στη Φλόριδα, είπε στον «Εθνικό Κήρυκα» ότι βρισκόταν στην Καστοριά. «Είδα να έρχονται αυτοκίνητα με πολλούς Γερμανούς στρατιώτες και βγήκα στο μπαλκόνι του σπιτιού μας, όπου άναψα ένα κεράκι», είπε. «Μόλις με είδε η μητέρα μου με μάλωσε, λέγοντάς  μου να μπω αμέσως μέσα, γιατί θα με σκότωναν και θα με πέταγαν κάτω στο δρόμο».

Η κ. Λαζίδου πρόσθεσε ότι οι άνδρες από την πόλη της Καστοριάς είχαν φύγει για να πολεμήσουν. Οι υπόλοιποι κάτοικοι πήγαν σ’ ένα μέρος που λέγεται Παναγία Μαυριώτισσα και έχει βουνά και σπηλιές. Ο κόσμος ήταν πολύ αναστατωμένος και φοβισμένος. Δεν υπήρχε φαγητό, ούτε δυνατότητα να αγοράσει κανείς τρόφιμα.

Η Αλεξάνδρα Λαζίδου, στο σπίτι της στη Φλόριδα, όπου διαμένει εδώ και πολλά χρόνια.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΑΡΧΕΙΟ “Ε.Κ.”/ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΣ

Στα καταφύγια εκείνης της περιοχής, έμεινε η μικρή Αλεξάνδρα με τους δικούς της, μια περίπου εβδομάδα. «Μόνο νερό μας έφερναν και καμιά φορά και λίγο ψωμάκι. Παντού υπήρχε φόβος», είπε.

Η κ. Λαζίδου, έζησε εφιαλτικές στιγμές. «Είδα να σκοτώνονται μπροστά μου», είπε. «Είδα στην αγορά της πόλης μας να συγκεντρώνουν πτώματα Ελλήνων πατριωτών που είχαν εκτελέσει οι Γερμανοί κατακτητές. Θυμάμαι που είχαν πάρει 60 Ελληνες και τους πήγαν κοντά στο νεκροταφείο και τους εκτέλεσαν όλους. Είχαμε τρομοκρατηθεί όλοι μας και βλεπόμασταν μεταξύ μας με φόβο».

Οι στερήσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο. «Αλλά, ο πατέρας μου, έξυπνα σκεπτόμενος, είχε φυλάξει αρκετό σιτάρι, που το βράζαμε για να το φάμε», είπε. «Είχε δώσει, μάλιστα και σε άλλους που δεν είχαν φαγητό».

Και ενώ τέλειωνε ο πόλεμος, η Αλεξάνδρα Λαζίδου, ήλθε αντιμέτωπη με το θάνατο. «Οι Γερμανοί κατακτητές έφευγαν επιτέλους από την πόλη και ήμασταν χαρούμενοι», είπε. «Αλλά, οι Ελληνες αντάρτες τους είχαν στήσει ενέδρα. Τότε οι Γερμανοί επέστρεψαν στην Καστοριά και έκαναν πολλά κακά. Μάλιστα, ένας από αυτούς μου έβαλε στο κεφάλι το όπλο του, έτοιμος να με εκτελέσει. Αλλά, γλύτωσα, όταν την τελευταία στιγμή τον φώναξε ένας αξιωματικός του για να σταματήσουν με πυροβολισμούς άλλους δικούς μας που προσπαθούσαν να δραπετεύσουν με βάρκες. Προηγουμένως, ο στρατιώτης εκείνος είχε σκοτώσει έναν φίλο του πατέρα μου».

«Είναι κακό πράγμα ο πόλεμος», τόνισε η κ. Λαζίδου. «Ως άνθρωποι πρέπει να αγωνιστούμε για να φέρουμε αγάπη, ενότητα και ειρήνη. Τους πολέμους δεν κάνουν οι φτωχοί, αλλά οι πλούσιοι για να γίνουν ακόμα πιο πλούσιοι. Ο πόλεμος είναι τρομερό πράγμα».

Οι Γερμανοί έφυγαν και ο πόλεμος τελείωσε. Τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο, συνέχισαν να τραγουδιούνται, μέχρι και σήμερα. Αρεσαν στην Αλεξάνδρα Λαζίδου, από τότε που ήταν μικρή.

Η Αλεξάνδρα Λαζίδου, με τον μακαριστό αρχιεπίσκοπο Βορείου και Νοτίου Αμερικής, Ιάκωβο ο οποίος την είχε αποκαλέσει, “ Μπουμπουλίνα της Ομογένειας”.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΛ. ΛΑΖΙΔΟΥ

Πολλές φορές τα τραγουδούσε και η ίδια και συγγενείς και φίλοι της έλεγαν ότι η φωνή της έμοιαζε καταπληκτικά με της Βέμπο.

Δεν πίστευε στα μάτια της μια μέρα, όταν είδε τη Σοφία Βέμπο να μπαίνει στο κομμωτήριο και οίκο αισθητικής της Θεσσαλονίκης, όπου δούλευε, και να της ζητά να της φτιάξει τα μαλλιά, γιατί ύστερα από λίγη ώρα επρόκειτο να εμφανιστεί σε παράσταση. Βρισκόταν σε περιοδεία στη Βόρεια Ελλάδα.

Η νεαρή Αλεξάνδρα ήξερε τη δουλειά όσο λίγοι και την προτιμούσαν όλοι. Υπήρχαν μέρες που οι πελάτισσες περίμεναν υπομονετικά με τις ώρες για να πάρουν σειρά. «Της χαμογέλασα σαστισμένη, αλλά και ευτυχισμένη που καταδέχτηκε εμένα τη μικρούλα, η μεγάλη μας καλλιτέχνης, η οποία είχε μαγέψει τότε με τη φωνή και τα τραγούδια της όλη την Ελλάδα και την έκανε να παραμιλά».

Η κ. Λαζίδου της ζήτησε να περιποιηθεί λίγο και το πρόσωπό της. «Αυτή δέχτηκε, και όταν τελείωσα και κοίταξε στον καθρέπτη, τρελάθηκε απ τη χαρά της», είπε η κ. Λαζίδου. «Είδε ότι το πρόσωπό της μαλάκωσε και έγινε γυαλιστερό, από τη φρεσκάδα, λες και ήταν μικρή κοπέλα. Συνέχιζε να κοιτά στον καθρέπτη, να με ευχαριστεί και να μου λέει ‘μπράβο’. Οταν της είπα ότι την θαύμαζα από χρόνια και ότι προσπαθούσα να τη μιμηθώ στα τραγούδια της, μου ζήτησε να τραγουδήσω λίγο, όπως και έγινε. Αμέσως, με τράβηξε κοντά της, με αγκάλιασε και με φίλησε. Ηταν τόσο πολύ ενθουσιασμένη μαζί μου, ώστε μου έδωσε εισιτήρια για να πάω δωρεάν στην παράσταση. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βραδιά εκείνη. Πήγα και μόλις τέλειωσε, η Βέμπο με φώναξε επάνω στη σκηνή και με παρουσίασε με κολακευτικά λόγια στο κοινό που με χειροκροτούσε συνεχώς».

Πηγή:ekirikas.com