Ομογενειακές “βολές” κατά Μπουτάρη

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Νέες διαστάσεις προσλαμβάνει η διένεξη Μπουτάρη και προεδρείου ΣΑΕ, για την τύχη των γραφείων της οργάνωσης στο Κτίριο Δωρεάς Μακρίδη, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες της ΡΗΡ η διένεξη όχι μόνον δεν τερματίζεται αλλά ενδέχεται να λάβει και την άγουσα προς τις δικαστικές αίθουσες…

Σε πρόσφατη συνέντευξή της στον τοπικό Ραδιοφωνικό Σταθμό Radio1.gr η Γραμματέας του ΣΑΕ Δρ. Όλγα Σαραντοπούλου ερωτώμενη σχετικά άφησε ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα καθώς,  βρίσκεται σε συννενόηση και με άλλα μέλη του προεδρείου ΣΑΕ προκειμένου να αποφασισθούν τα επόμενα βήματα. Εκτός από την επανεγκατάσταση του ΣΑΕ στο Κτήριο Μακρίδη, το ΣΑΕ διεκδικεί και την κινητή του περιουσία την οποία σήμερα κατέχει και χρησιμοποιεί, χωρίς έγκριση ή άδεια του προεδρείου του ΣΑΕ, ο δήμαρχος κ. Μπουτάρης.

Αναφερόμενη στο κόστος των εργασιών ανακαίνισης και επίπλωσης του κτιρίου που είχε πραγματοποιήσει το ΣΑΕ προκειμένου να εγκατασταθεί σ΄αυτό, η κυρία Σαραντοπούλου το προσδιόρισε σε περισσότερα από 200.000 ευρώ, ποσόν που, όπως είπε, γράφει και ο Πρόεδρος Στέφ. Ταμβάκης σε επί του θέματος επιστολή του προς τον δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη.

Ακολούθως η Γραμματέας του ΣΑΕ, στην ίδια συνέντευξή της στο Radio 1,  διευκρίνισε ότι τα χρήματα αυτά εκταμιεύτηκαν από το Ίδρυμα Απόδημου Ελληνισμού, «καθώς είχαμε διαβεβαιώσεις από πλευράς τόσο του δωρητή κυρίου Μακρίδη όσο και της τότε δημοτικής αρχής Θεσσαλονίκης ότι το κτίριο θα αποτελούσε οριστική και μόνιμη έδρα του ΣΑΕ. Διαφορετικά, πρόσθεσε, δεν είχαμε λόγο να ξοδέψουμε ένα τόσο μεγάλο ποσόν».

Η Γραμματέας του ΣΑΕ πρόσθεσε ότι λόγω της αξίωσης Μπουτάρη να εγκαταλείψουν το Κτίριο-Δωρεά Μακρίδη, συναντήθηκε ο Δήμαρχος με το Προεδρείο του ΣΑΕ και συμφωνήθηκε η υπό  προϋποθέσεις συστέγαση του ΣΑΕ με κάποια υπηρεσία του Δήμου. “Δυστυχώς, όμως, πρόσθεσε η κυρία Σαραντοπούλου, αντί αυτού, στα μέσα Οκτωβρίου 2012 χωρίς οποιαδήποτε προφορική ή γραπτή ενημέρωση προς το ΣΑΕ η/και το Ίδρυμα Αποδήμου Ελληνισμού και χωρίς να έχει προηγηθεί οποιαδήποτε άλλη επικοινωνία ή συνάντηση του δημάρχου με το προεδρείο ΣΑΕ, ο δημοτικός ανάδοχος του έργου βελτίωσης καλωδιώσεων εισήλθε στα γραφεία του ΣΑΕ και του ΙΑΕ και άρχισε την εναπόθεση των υλικών μετατροπών κλπ…”.

Όπως είπε η κυρία Σαραντοπούλου, “παράλληλα άρχισε να ξεδιπλώνεται μία σειρά πιέσεων και απειλών εκ μέρους του δημάρχου και του Γενικού Γραμματέα του Δήμου προς τις δύο διοικητικές υπαλλήλους του ΣΑΕ να του παραδώσουν τα κλειδιά και να εγκαταλείψουν το κτήριο”. Στην ερώτηση ποια ήταν η απειλητική συμπεριφορά,  η κυρία Σαραντοπούλου είπε ότι “απειλήθηκαν οι δύο υπάλληλοι ότι θα ασκηθεί προσωπική μήνυση εναντίον τους, έκλεισαν μέσα στο κτήριο την μία υπάλληλο και μητέρα δύο παιδιών και δεν την άφηναν να φύγει, για να τις πάρουν το κλειδί για το χώρο των Server όπου υπήρχε το αρχείο ΣΑΕ”.

Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Μπουτάρης καθ ον χρόνο λειτουργούσαν τα γραφεία του ΣΑΕ στο κτίριο Μακρίδη, έστειλε συνεργείο και ξήλωσε τις πινακίδες του ΣΑΕ από την πρόσοψη του κτηρίου και υποχρέωσε τις δύο υπαλλήλους να φύγουν από τα γραφεία ενώ δεν τους επέτρεψε να πάρουν τα έπιπλα και το αρχειακό υλικό του ΣΑΕ! Επίσης, είπε, μέσα στο κτήριο παραμένουν μέχρι και σήμερα η δορυφορική εγκατάσταση,  τα σαλόνια και τα καθιστικά στο ισόγειο, βιβλιοθήκες, πάνω από 30 δερμάτινες καρέκλες, τραπέζι συσκέψεων, πέντε-έξι γραφεία βοηθητικά στην συνεδριακή αίθουσα και πολλά ακόμη έπιπλα.

Σημειωτέον ότι η έξωση του ΣΑΕ από τα γραφεία  του έγινε χωρίς απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, όπως άλλωστε επιβεβαίωσε με επιστολή του προς την κυρία Σαραντοπούλου και ο Δημοτικός Σύμβουλος κ. Χρήστος Μάτης.

Η κυρία Σαραντοπούλου υπενθύμισε ότι η έξωση του ΣΑΕ έγινε διότι, όπως είπε ο Δήμαρχος,  δεν είχε χώρο να στεγάσει στο νέο δημαρχείο υπηρεσίες του Δήμου και συγκεκριμένα την υπηρεσία “Ελληνογερμανικής Συνέλευσης” στην οποία έχει διορισθεί ως προϊσταμένη η σύντροφός του.

Η κυρία Σαραντοπούλου τόνισε  στην ίδια πάντα ραδιοφωνική συνέντευξη, ότι “…η Θεσσαλονίκη είναι παραδοσιακά προσφυγομάνα με χιλίαδες πρόσφυγες από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία. Είναι πολυπολιτισμική πόλη με αξιόλογες κοινότητες με ιστορία και παράδοση. Άλλωστε γι αυτό επιλέχθηκε εδώ και είκοσι χρόνια να γίνει πρωτεύουσα του Απόδημου Ελληνισμού. Αν βρίσκεται τώρα ένας δήμαρχος που αποτινάσσει όλες αυτές τις ιδιαιτερότητες, εκδιώκοντας τον θεσμό, τα συμπεράσματα δικά σας και του λαού της Θεσσαλονίκης”.

ΝΕΟ ΜΕΤΩΠΟ

Στο μεταξύ, νέο μέτωπο έχει ανοίξει, τη φορά αυτή μεταξύ του Δημάρχου και  των Παμμακεδονικών Οργανώσεων, με αφορμή την παρουσία του κ. Μπουτάρη σε εμπορική εκδήλωση στα Σκόπια και τη φωτογράφισή του κάτω από την ψευδεπίγραφη επιγραφή του κεντροβαλκανικού αυτού κράτους.

Για το θέμα είχε υπάρξει ένας “πρώτος γύρος” ανταλλαγής επιστολών. Η νέα επιστολή των Παμμακεδονικών οργανώσεων έρχεται να απαντήσει στην απαντητική επιστολή του Δημάρχου Θεσσαλονίκης στην πρώτη επιστολή των Παμμακεδονικών Οργανώσεων.

Απαντώντας στις 12 Μαϊου 2014 σ΄αυτήν την επιστολή του δημάρχου, οι Παμμακεδονικές Οργανώσεις Υφηλίου, τον εγκαλούν για τη στάση του απέναντι στο Σκοπιανό ζήτημα και του απευθύνουν το ερώτημα: “Πώς συμβιβάζονται τα αισθήματά σας με την προκοπή της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας όταν ως δήμαρχος δέχεστε να φωτογραφίζεστε κάτω από τίτλους ‘Δημοκρατία της Μακεδονίας’ και ‘Επιμελητήριο της Μακεδονίας’;”

Οι Μακεδόνες θεωρούν, όπως γράφουν, ότι η συγκεκριμένη πράξη του κ. Μπουτάρη “αποτελεί ύβρη προς τους χιλιάδες νεκρούς των αγώνων για την υπεράσπιση της Μακεδονίας και δικαιώνει αυτούς που προσπαθούν να κλέψουν και να ιδιοποιηθούν τα όσια και ιερά μας”.

Στην προηγηθείσα δική του επιστολή προς τις Παμμακεδονικές οργανώσεις, με ημερομηνία 17 Φεβρουαρίου 2014  και  Αρ. Πρωτ.  1005 , ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης σε μια προσπάθεια να εξηγήσει τη στάση του, υποστηρίζει, μεταξύ των άλλων, ότι “η επιλογή της απομόνωσης και η εμφατική προβολή των διαφόρων μας με τους γείτονες, ήδη δοκιμάστηκε και απέτυχε στο παρελθόν”.

Ακολούθως ο κ. Μπουτάρης σημειώνει, στην ίδια πάντα επιστολή του, ότι “είναι δεδομένο ότι στηρίζουμε την εξωτερική πολιτική της χώρας μας για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης μεταξύ των δύο χωρών στο θέμα της ονομασίας, μέσω της διαδικασίας που ακολουθείται από τον ΟΗΕ. Παρότι αυτό το δηλώνουμε προς πάσα κατεύθυνση, εμείς δεν κάνουμε εξωτερική πολιτική. Εμείς κοιτάμε το συμφέρον των Θεσσαλονικέων. Και αυτό το υπερασπίζουμε με τον καλύτερο τρόπο φέρνοντας επιπλέον εισόδημα στην πόλη -όπως ήδη έχει αποδειχθεί περίτρανα- μέσω της προβολής της πόλης στις πιο σημαντικές γειτονικές πόλεις”.

Αντικρούωντας το επιχείρημα αυτό, στην επιστολή τους οι Παμμακεδονικές Οργανώσεις επισημαίνουν: “Βλέποντας ότι η παγκοσμίως πρώτη παράμετρος προσέλκυσης τουριστών είναι οι αρχαιότητες, θα πρέπει να προστατέψουμε το όνομα Μακεδονία και τους αρχαιολογικούς μας θησαυρούς διότι είναι πάγιο επενδεδυμένο κεφάλαιο της τουριστικής μας βιομηχανίας”.