Γιώργος Τσούνης: Ελλάδα και Τουρκία πρέπει να βρουν λύση με βάση το διεθνές δίκαιο

Ο Γιώργος Τσούνης, στην πρώτη τηλεοπτική συνέντευξη ως πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, μίλησε στον Νίκο Χατζηνικολάου και στο “Ενώπιος Ενωπίω” για τους πολιτικούς συσχετισμούς, ενώ ρωτήθηκε και για την τουρκική προκλητικότητα.

«Η πρωτεύουσα αρχή είναι ότι πρέπει η Ελλάδα και η Τουρκία να συζητήσουν και να επιλύσουν τις διαφορές τους διπλωματικά και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή

Διακυβεύονται πολλά. Και οι δύο είστε πολύ σεβαστοί σύμμαχοι και πολύ σημαντικά μέλη του ΝΑΤΟ. Όμως, αυτά τα θέματα είναι εξαιρετικά σοβαρά και σημαντικά.

Καταλαβαίνω τη ρητορική. Κανείς δεν θεωρεί ότι είναι εποικοδομητική. Το μοναδικό που θα φέρει αποτέλεσμα είναι να συζητήσετε και να επιλύσετε τις διαφορές διπλωματικά και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο.

Διαβιβάζουμε σταθερά σε Ελλάδα και Τουρκία να κάνουν αυτό ακριβώς, επειδή ξέρω ότι και η Ελλάδα και η Τουρκία επιδιώκουν ειρήνη.

Υπάρχουν μεν διαφορές σε πάρα πολλές σχέσεις. Όμως η ειρήνη είναι η πρωτεύουσα αρχή στην προκειμένη περίπτωση και μπορεί να επιτευχθεί μόνο διπλωματικά

Ήμασταν εξαιρετικά συνεπείς. Πιστεύουμε ότι η όξυνση της ρητορικής δεν είναι εποικοδομητική ούτε παραγωγική. Πιστεύουμε σθεναρά ότι και οι δύο νατοϊκοί σύμμαχοί μας, πρέπει να επιλύσουν τις διαφορές τους με τη διπλωματία. Αυτή είναι η πρέπουσα οδός και θα εξακολουθεί να είναι η πρέπουσα οδός.

Εδώ στην Αθήνα μέλημα μου είναι διασφαλίσω τη σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας, ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο ισχυρή και παραγωγική.

Στην ερώτηση για το αν η Ελλάδα βρεθεί απέναντι σε μια απρόκλητη επίθεση, θα είναι μόνη της, ο Γιώργος Τσούνης απάντησε: «Ο Ελληνικός στρατός είναι ικανός να προστατεύσει την πατρίδα. Όμως, ως πρέσβης των ΗΠΑ, οι ΗΠΑ θα εργαστούν ακούραστα για την ειρήνη.

Θα εξακολουθήσουμε να παροτρύνουμε και τους δυο νατοϊκούς μας συμμάχους να επιλέξουν διπλωματικές οδούς για να επιλύσουν τις διαφορές τους.

Αυτές οι διαφορές δεν είναι μοναδικές και μπορούν να επιλυθούν. Ελπίζω στο άμεσο μέλλον, οι υπάρχουσες διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας να διευθετηθούν δια της διπλωματικής οδού».

Τσούνης: Η Ελλάδα είναι η πύλη για την λύση της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη

«Ο Πρόεδρος Μπάιντεν έχει κάνει ένα εξαιρετικό έργο για να ενώσει την Ευρώπη… να αντισταθεί σε αυτό που κάνει η Ρωσία και ταυτόχρονα να περιορίσει το πρόβλημα. Αυτό χρειάστηκε μεγάλη επιδεξιότητα. Χρειάστηκε μεγάλη διπλωματική επιδεξιότητα για να το πετύχει. Είμαστε πολύ προσεκτικοί, ώστε να μην επιτρέψουμε να εξελιχθεί σε πιθανό παγκόσμιο πόλεμο.

Μέχρι στιγμής έχει περιοριστεί. Ο Πρόεδρος έχει λάβει παγκόσμιο έπαινο γι’ αυτές τις προσπάθειες

Θα ήθελα να επισημάνω πως αν ο κύριος Πούτιν επεδίωκε να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ, κατάφερε το αντίθετο. Αν ήθελε λιγότερα νατοϊκά στρατεύματα στα σύνορά του, έχει περισσότερα. Αν ήθελε να αποδυναμώσει τις διατλαντικές σχέσεις, κατάφερε το αντίθετο.

Αν πίστευε ότι θα εισέβαλε στην Ουκρανία και θα την καταλάμβανε σε πέντε μέρες έκανε λάθος. Η Ουκρανία θα επικρατήσει. Δεν έχει υπάρξει ποτέ παράδειγμα στην ιστορία όπου το αληθινό και το δίκαιο ηττήθηκε από το κακό.

Οι Ουκρανοί θα επιστρέψουν σε μια ενωμένη Ουκρανία, που θα κυβερνάται από Ουκρανούς. Κι αυτό στην Ιστορία θα καταγραφεί ως ένα τεράστιο ατόπημα του Πούτιν»

Για τις ρίζες του

Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Γιώργος Τσούνης, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του στον αέρα του “Ενώπιος Ενωπίω“, μιλώντας για τις ρίζες του και τον αγώνα που έδωσαν οι παππούδες και οι γονείς του για να φτιάξουν μια καλύτερη ζωή στην Αμερική.

Αναλυτικά όσα δήλωσε

«Είμαι 54 χρονών και εδώ γεννήθηκαν οι γονείς μου, εδώ είναι οι ρίζες μου. Εδώ έχω οικογένεια, από εδώ ήρθαμε. Είναι κάπου που πάντοτε θα είναι “σπίτι για εμένα”. Της γυναίκας μου ήρθε από τα δικά μας μέρη από την ορεινή Ναύπακτο. Τα ελληνικά της Όλγας είναι καλύτερα από τα δικά μου». Τα παιδιά μου μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Κάθε καλοκαίρι τα έφερνα εδώ. Είχαν πάντοτε ένα πόδι στην Αμερική κι ένα στην Ελλάδα.

Όλα αυτά τα χρόνια η μάνα μου ήθελε τα καλοκαίρια να τα περνάμε στο χωριό. Δεν ήξερα κάτι άλλο. Από το αεροδρόμιο απευθείας στο χωριό. Όταν γύρισα στην Αμερική πήγα στην εκκλησία και με ρωτούσαν οι φίλοι “από που πήρες αυτό ωραίο το χρώμα;” Λέω “στη θάλασσα”. Με ρωτούσαν, “μα καλά που πήγατε”; Έλεγα στην Ελλάδα. Και μου απαντούσαν “Μα η Ελλάδα έχει θάλασσες;” (γέλια).

«Πέρασα τα καλύτερα καλοκαίρια στον Πλάτανο Ναυπακτίας. Τον πρώτο χρόνο που πήγα ήταν το ’75 και δεν θα το ξεχάσω γιατί έμαθα πώς μεγάλωσαν οι γονείς μου. Η γιαγιά μου πέθανε το ’67 και έκλεισαν το σπίτι.

Γύρισα με τη μάνα μου και την αδερφή μου το ’75, το σπίτι ήταν κλειστό, για 8 χρόνια. Δεν είχε νερό και από πίσω από την καλύβα ήταν η τουαλέτα.

Έμαθα τη φτώχεια που μεγάλωσαν οι γονείς μου, όμως, η μάνα μου μού είπε ότι δεν είχαν πολλά χρήματα αλλά είχαν αγάπη και ήταν χαρούμενοι». Έχω περάσει τα πιο όμορφα καλοκαίρια. Έχω ακόμα φίλους από το ’75. Ο Κώστας Έξαρχος, ο Δημήτρης Σομπασάκος. Μέχρι σήμερα, που πηγαίνω στον Πλάτανο, πηγαίνουμε μαζί και θα στο πω, το καλύτερο μπιφτέκι θα το φας στον Πλάτανο.

Ο πατέρας μου πήγε στην Αμερική το ’53 και η μάνα μου το 61, εγώ γεννήθηκα το ’67. Γεννήθηκα στην Αμερική. Μιλούσαμε ελληνικά στο σπίτι και όταν ήμουν τεσσάρων ετών και πήγα στο σχολείο, δεν ήξερα να μιλήσω αγγλικά. Ήταν δύσκολα στην αρχή. Η Αγία Παρασκευή, η εκκλησία μας έχει ένα ελληνικό σχολείο. Εκεί έμαθα να χορεύω. Πήγαινα Δευτέρα με Παρασκευή να μάθω τα αγγλικά και Σάββατο πήγαινα σε ελληνικό σχολείο και την Κυριακή πήγαινα στην εκκλησία. Θυμάμαι, είπα στη μάνα μου, δεν μπορώ να κάτσω μια μέρα να κοιμηθώ λίγο παραπάνω και μου απάντησε “ότι μια μέρα θα με ευγνωμονείς που έμαθες ελληνικά. Τότε δεν καταλάβαινα τι μου έλεγαν, αλλά όταν γίνεις πατέρας το καταλαβαίνεις».

«Η Αμερική είχε ευκαιρίες. Αν ήθελες να δουλέψεις είχε ευκαιρίες. Ο πατέρας μου πήγε στην Αμερική προκειμένου να μπει στο Πανεπιστήμιο. Ωστόσο, η μάνα του ήταν άρρωστη και έπρεπε να δουλέψει. Ο πατέρας μου δούλεψε πολύ σκληρά. Από ένα καφενείο άνοιξε εστιατόριο και στη συνέχεια επεκτάθηκε.

Ο πατέρας μου δεν ήξερε τι θα πει “πατέρας”. Ο παππούς μου έστειλε τη γιαγιά μου και τρία μικρά παιδιά στο χωριό και δούλευε στην Αμερική και έστελνε χρήματα. Μετά τον παγκόσμιο πόλεμο δεν είχε δώσει σημεία ζωής και έμαθαν το ’44 ότι ο παππούς πέθανε. Από αυτό το συμβάν και μετά, η γιαγιά μου αρρώστησε. Ο πατέρας μου ήταν 12 χρονών, ο πατέρας του πέθανε, η μάνα του ήταν άρρωστη και ήταν ο θείος ο Σομπασάκος που βοήθησε αρκετά.

Μου είχε πει ο πατέρας μου, πως αν δεν ήταν ο θείος του, δεν θα τα είχαν βγάλει πέρα».

Πηγή:enikos.gr