«New York Times»: Ελληνοαμερικανίδα, στέλεχος της Meta, στόχος παρακολούθησης από ΕΥΠ

Artemis Seaford. Φωτογραφία: Facebook

Πηγή: ekirikas.gr

Νέα Υόρκη.- Υπό πολυετή παρακολούθηση από την Ελληνική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) και με την προσωπική της συσκευή «μολυσμένη» από το λογισμικό υποκλοπών Predator ενώ βρισκόταν στην Ελλάδα, ήταν Ελληνοαμερικανίδα, εργαζόμενη στην εταιρεία Μeta, σύμφωνα με έγγραφα που περιήλθαν στην κατοχή της «New York Times».

Η αποκάλυψη αυτή είναι η πρώτη γνωστή περίπτωση Αμερικανού υπηκόου που στοχοποιείται σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης από προηγμένης τεχνολογίας κατασκοπευτικό λογισμικό, η χρήση του οποίου έχει γίνει αντικείμενο σκανδάλου στην Ελλάδα.

Αποδεικνύει ότι η παράνομη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού εξαπλώνεται πέρα από τη χρήση του από αυταρχικές κυβερνήσεις εναντίον αντιπολιτευόμενων και δημοσιογράφων και έχει αρχίσει να εισχωρεί στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες, παγιδεύοντας ακόμη και έναν ξένο υπήκοο που εργάζεται για μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία, σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα.

Η ταυτόχρονη παρακολούθηση του τηλεφώνου της από την ΕΥΠ και ο τρόπος με τον οποίο παραβιάστηκε δείχνουν ότι η υπηρεσία κατασκοπείας και όποιος εμφύτευσε το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator, συνεργάζονταν χέρι-χέρι, υποστήριξε η «ΝΥT».

Το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator διατίθεται στην αγορά από εταιρεία με έδρα την Αθήνα και έχει εξαχθεί από την Ελλάδα με τις ευλογίες της κυβέρνησης, κατά πιθανή παραβίαση των νόμων της Ευρωπαϊκής Ενωσης που θεωρούν τέτοια προϊόντα πιθανά όπλα, διαπίστωσαν οι «New York Times» τον Δεκέμβριο.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει αρνηθεί ότι χρησιμοποίησε το Predator και έχει νομοθετήσει κατά της χρήσης κατασκοπευτικού λογισμικού, το οποίο έχει χαρακτηρίσει «παράνομο».

«Οι ελληνικές αρχές και οι υπηρεσίες ασφαλείας ουδέποτε απέκτησαν ή χρησιμοποίησαν το λογισμικό παρακολούθησης Predator. Το να υπονοείται το αντίθετο είναι λάθος», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου. «Η υποτιθέμενη χρήση αυτού του λογισμικού από μη κυβερνητικά μέρη βρίσκεται υπό δικαστική έρευνα σε εξέλιξη».

Η νέα αποκάλυψη επικεντρώνεται στην Ελληνοαμερικανδία Αρτεμις Σίφορντ (Artemis Seaford), απόφοιτη του Χάρβαρντ και του Στάνφορντ, η οποία εργάστηκε από το 2020 έως τα τέλη του 2022 ως υπεύθυνη εμπιστοσύνης και ασφάλειας στη Meta, τη μητρική εταιρεία του Facebook, ενώ ζούσε ανά διαστήματα στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «NYΤ», το Σεπτέμβριο του 2021, η κ. Σίφορντ έκλεισε ραντεβού για αναμνηστική δόση εμβολίου Covid-19 μέσω της επίσημης πλατφόρμας εμβολιασμού της ελληνικής κυβέρνησης.

Ελαβε ένα αυτοματοποιημένο SMS με τις λεπτομέρειες του ραντεβού της στις 17 Σεπτεμβρίου, λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Πέντε ώρες αργότερα, στις 05:31 π.μ., σύμφωνα με τα έγγραφα, έλαβε άλλο ένα SMS που της ζητούσε να επιβεβαιώσει το ραντεβού κάνοντας κλικ σε έναν σύνδεσμο.

Αυτός ήταν ο «μολυσμένος» σύνδεσμος που έβαλε το Predator στο τηλέφωνό της. Τα στοιχεία για το ραντεβού εμβολιασμού στο μήνυμα κειμένου ήταν σωστά, υποδεικνύοντας ότι κάποιος είχε εξετάσει την αυθεντική προηγούμενη επιβεβαίωση και είχε συντάξει το κακόβουλο μήνυμα αναλόγως.

Ο αποστολέας φαινόταν επίσης να είναι ο κρατικός οργανισμός εμβολιασμού, ενώ η μολυσμένη διεύθυνση URL μιμείτο εκείνη της πλατφόρμας εμβολιασμού.

«Οι στόχοι της καταχρηστικής παρακολούθησης θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν τι τους συνέβη και να έχουν μέσα προσφυγής, όπως σε κάθε άλλο έγκλημα», δήλωσε η κ. Σίφορντ σε συνέντευξή της.

Η ίδια φαίνεται να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει καμία λογική εξήγηση για τη στοχοποίησή της. Οι υποκλοπές στην Ελλάδα επιτρέπονται μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για σοβαρές ποινικές έρευνες.

Πηγή: «New York Times»/ekirikas.gr